Ο Καρκίνος
Πρόληψη
Ο πλανήτης κατά του καρκίνου

Καταστατικός Χάρτης των Παρισίων

Στις 3 και 4 Φεβρουαρίου του 2000, μία πολυπληθής ομάδα επιστημόνων απ΄όλο τον κόσμο, ύστερα από πρωτοβουλία των G. Hortobagyi και D. Khayat με την υποστήριξη της ΠΟΥ και μεγάλων αντικαρκινικών εταιρειών, συνεδρίασε και διαμόρφωσε ένα κείμενο θέσεων για την μάχη κατά του καρκίνου στη νέα χιλιετία.

Το κείμενο αυτό χαρακτηρίστηκε ως "Ο Καταστατικός Χάρτης των Παρισίων" και αποτελείται από δέκα άρθρα που καλύπτουν όλες τις πλευρές της ογκολογικής φροντίδας έτσι όπως οι σύγχρονες ανάγκες τις προσδιορίζουν.

Βασικό χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης προσπάθειας είναι η καθολικότητα της αποδοχής της και η μεθοδολογία της που χαρακτηρίζεται από την πρόβλεψη για ενεργό συμμετοχή όλων των πολιτών, γεγονός που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (κρατικούς, κοινωνικούς και επιστημονικούς) σε δημιουργική διεθνή συνεργασία για μια πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση του καρκίνου.

Βασικές αρχές πάνω στις οποίες διαμορφώθηκαν τα άρθρα του καταστατικού χάρτη είναι η αναγνώριση των δικαιωμάτων των ασθενών, η διαφύλαξη της ποιότητας ζωής τους, η απάλειψη των προκαταλήψεων, η ανάγκη χάραξης κατάλληλων εθνικών στρατηγικών, η αποτελεσματική ζεύξη της βασικής με την κλινική έρευνα, η σημασία της πρόληψης και του πληθυσμιακού ελέγχου και η απάλειψη των φραγμών στη διεξαγωγή διεθνών κλινικών ερευνών.

Τον Καταστατικό Χάρτη των Παρισίων υπόγραψαν μια σειρά από προσωπικότητες της διεθνούς πολιτικής σκηνής (όπως ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, η σύζυγος του Αμερικανού Προέδρου), της ιατρικής κοινότητας (όπως οι Πρόεδροι της WHO, UICC, AACR, CRC.) και της επιστήμης (εκπρόσωποι της UNESCO, πολλοί επιστήμονες με βραβείο Nobel).

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Ογκολογική Ενημέρωση, Τόμος 2ος , Τεύχος 1, Ιανουάριος - Μάρτιος 2000


4 Φεβρουαρίου 2000

  • Βαθιά προβληματισμένοι από τον προφανή και παγκόσμιο αντίκτυπο του καρκίνου σε ανθρώπινο πόνο και στην παραγωγικότητα των εθνών.
  • Aφοσιωμένοι στην ανθρωπιστική θεραπεία και στην ίση συμμετοχή των ανθρώπων με καρκίνο στη συνεχιζόμενη προσπάθεια κατά της ασθένειας.
  • Προβλέποντας την ταχέως αυξανόμενη τάση εμφάνισης του καρκίνου παγκοσμίως, εξίσου στα αναπτυγμένα και στα αναπτυσσόμενα κράτη.
  • Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για εντατικοποίηση της ανανέωσης σε όλους τους τομείς της έρευνας, της πρόληψης και της παροχής υπηρεσιών υγείας για τον καρκίνο.
  • Πιστεύοντας ότι η παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας είναι βασικό ανθρώπινο δικαίωμα.
  • Έχοντας υπόψη ότι τα πρόσφατα επιτεύγματα στη βελτίωση της επιβίωσης των καρκινοπαθών παραμένουν απραγματοποίητα, εξ αιτίας της ανεπαρκούς έμφασης στη πρόληψη, της ανεπαρκούς χρηματοδότησης και της άνισης πρόσβασης στην ποιοτική φροντίδα του καρκίνου.
  • Βέβαιοι ότι οι ζωές μπορούν και θα σωθούν με την αυξανόμενη δυνατότητα πρόσβασης στις υπάρχουσες τεχνολογίες.
  • Φιλοδοξώντας σε τίποτα λιγότερο από την ανίκητη συμμαχία-μεταξύ ερευνητών, των λειτουργών υγείας, των ασθενών, των κυβερνήσεων, της βιομηχανίας και των ΜΜΕ-στην μάχη κατά του καρκίνου και των συμμάχων του, όπως είναι ο φόβος, η άγνοια και η απάθεια….

Εμείς οι κάτωθι υπογράφοντες, με σκοπό τη πρόληψη και τη θεραπεία του καρκίνου, καθώς και τη διατήρηση της καλύτερης ποιότητας ζωής για αυτούς που ζουν ή πεθαίνουν με τη νόσο, δεσμευόμαστε και θεωρούμε τους εαυτούς μας υπεύθυνους για τις αρχές και τις πρακτικές που αναλύονται παρακάτω:
 

Άρθρο Ι

Τα δικαιώματα του ασθενούς με καρκίνο είναι ανθρώπινα δικαιώματα. Το πρόσφατα αναπτυσσόμενο κίνημα για την υπεράσπιση και την υιοθέτηση των δικαιωμάτων των καρκινοπαθών είναι σημαντικό για την αναγνώριση και την προστασία της αξίας και της αξιοπρέπειας των πασχόντων από καρκίνο σε όλο τον κόσμο.
 

Άρθρο ΙΙ

Το «στίγμα» που σχετίζεται με τον καρκίνο είναι ένα σημαντικό εμπόδιο στην πρόοδο, τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες, προκαλώντας συχνά :

  • Σοβαρό ψυχολογικό τραύμα για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους.
  • Προκατάληψη και διάκριση στην πρόσληψη για εργασία καρκινοπαθών και/ή στη σημαντική συμμετοχή και συμβολή τους στην κοινωνία.
  • Σχετική οικονομική δυσχέρεια και απώλεια παραγωγικότητας.
  • Ανεπαρκή επικοινωνία και δημόσια μόρφωση.
  • Υπέρμετρη αίσθηση μοιρολατρίας που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις δεσμεύσεις των Κυβερνήσεων, των Εταιρειών Υγείας και των Ιδιωτικών Ινστιτούτων στη μάχη κατά του καρκίνου

Οι συμβαλλόμενοι σε αυτόν τον καταστατικό χάρτη εγγυώνται την καλύτερη κατανόηση και εκρίζωση των στιγμάτων που σχετίζονται με τον καρκίνο, ώστε να επαναπροσδιορίσουν τη νόσο ως μία βιολογική πάθηση που θεραπεύεται και όχι ως μια κοινωνική κατάσταση. Ο θετικός επαναπροσδιορισμός της κοινής γνώμης, αντίληψης και ανησυχίας αναφορικά με τον καρκίνο και τα εκατομμύρια ανθρώπων  που επηρεάζει, θα συμβάλει στην πλήρη συνειδητοποίηση κάθε μιας από τις ακόλουθες προτεραιότητες.

 
Άρθρο ΙΙΙ

Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν σοβαρά τη δέσμευση να δημιουργήσουν το κατάλληλο περιβάλλον για την ανανέωση της αντικαρκινικής έρευνας.

  1. Η γνώση της βιολογίας του καρκίνου και των θεμελιωδών μηχανισμών από τους οποίους δημιουργείται και αναπτύσσεται είναι η απαρχή όλων των εξελίξεων που έχουν αυξήσει-και θα συνεχίσουν να αυξάνουν-το ποσοστό ίασης και την ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ασθενών παγκοσμίως. Η αναγνώριση νέων στόχων για ανίχνευση, διάγνωση και θεραπεία πρέπει να επιταχυνθεί, αν θέλουμε να κερδίσουμε τον πόλεμο κατά του καρκίνου. Οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν να διαμορφώσουν με επιθετικό τρόπο τη θέση για αύξηση της κρατικής και βιομηχανικής χρηματοδότησης στη βασική έρευνα, να ενθαρρύνουν, προστατεύσουν και διεγείρουν αυτούς που την ανανεώνουν, και να αυξήσουν τα μέσα με τα οποία οι επιστήμονες μπορούν να εργαστούν σε περιβάλλον πνευματικής ελευθερίας, ώστε σταθερά να επεκταθούν τα σύνορα της σύγχρονης γνώσης.
  2. Η κλινική έρευνα είναι το μόνο μέσο με το οποίο η βασική έρευνα αποκτά νόημα για τις ζωές των ανθρώπων. Οι ανακαλύψεις στη μοριακή βιολογία ή στη γενετική μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην πρόληψη του καρκίνου, στον πληθυσμιακό έλεγχο, στη διάγνωση και στη θεραπεία, εκτός και αν αξιολογηθούν προσεκτικά και αναπτυχθούν σε κλινικές μελέτες. Η κλινική έρευνα μπορεί επίσης άμεσα να παράσχει στοιχεία στις βασικές ερευνητικές προσπάθειες. Αυτή η μεταφραζόμενη έρευνα, που συνήθως διενεργείται σε Ινστιτούτα που διαθέτουν ταυτόχρονη δυνατότητα για βασική και κλινική έρευνα, μπορεί με ταχύτητα να ελέγχει τις υποθέσεις που γεννώνται στο Εργαστήριο. Η άμεση επανατροφοδότηση με κλινικά στοιχεία που αποκτάται μέσω τέτοιων μεταφρασμένων ερευνών μπορεί να ανακατευθύνει ουσιαστικά τις βασικές ερευνητικές προσπάθειες και να διεγείρει τη δημιουργία νέων σημαντικών υποθέσεων. Παρόλη τη σημασία της, η κλινική έρευνα υπολείπεται σοβαρά όχι μόνο από έλλειψη χρηματοδότησης, αλλά συχνά και από έλλειψη συμμετοχής των Λειτουργιών και των Ινστιτούτων Υγείας-καθώς και από έλλειψη ενημέρωσης των ασθενών για τους σκοπούς και τις ωφέλειες από τη συμμετοχή τους σε κλινικές μελέτες. Η ανεπαρκής νομική και κανονιστική εναρμόνιση μεταξύ των κρατών σημαίνει επίσης ότι μεγάλες διεθνείς κλινικές μελέτες-αυτές που είναι στατιστικά ισχυρές και που μπορούν να αναβαθμίσουν τάχιστα την ιατρική πρακτική-μπορεί να γίνουν εξαιρετικά δύσκολες και ακριβές στην διεξαγωγή τους.
Οι συμβαλλόμενοι υπόσχονται να αυξήσουν την ενημέρωση και τη δέσμευση για κλινικές έρευνες ανάμεσα σε όλα τα μέρη που αντιπροσωπεύουν και να δράξουν κάθε ευκαιρία για να ενδυναμώσουν τις διεθνής ερευνητικές δομές. Οι συμβαλλόμενοι υπόσχονται, επιπλέον, να προωθήσουν τη διεθνή αναγνώριση της «έγγραφης συγκατάθεσης» –της διαδικασίας με την οποία οι ασθενείς ενημερώνονται πλήρως για τους σκοπούς, τους κινδύνους και τα οφέλη κάθε κλινικής μελέτης. Ενεργώντας με αυτό τον τρόπο, οι συμβαλλόμενοι επιδιώκουν να διευκολύνουν τις γρήγορες, ισχυρές και περιεκτικές κλινικές μελέτες που δεσμεύουν ηθικά και επίσης ενδυναμώνουν τους ανθρώπους με καρκίνο.
 

Άρθρο ΙV

Παρόλα τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει στη μάχη κατά του καρκίνου, τα αποτελέσματα  της επιβίωσης ποικίλουν δραματικά ανά την υφήλιο- όχι μόνο μεταξύ των κρατών ή μεταξύ των πόλεων, αλλά ακόμα και μεταξύ Ινστιτούτων μέσα στην ίδια πόλη. Οι μεγάλες αποκλίσεις στα κριτήρια της φροντίδας και στην πρόσβαση σε ποιοτική ογκολογική φροντίδα είναι μία βασική αιτία αυτών των διαφορών-που συχνά έχει ως αποτέλεσμα της την άσκοπη νοσηρότητα και θνησιμότητα.

Οι συμβαλλόμενοι επαναπροσδιορίζουν το άρθρο 25 της Διεθνούς Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο αναφέρει ότι κάθε άτομο "έχει το δικαίωμα σ' ένα επίπεδο ζωής κατάλληλο για την υγεία και την ευζωία του ίδιου και της οικογένειας του, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται η τροφή, η ένδυση, η κατοικία και η ιατρική φροντίδα". Με δεδομένη την αυξανόμενη παρουσία του καρκίνου και τον αντίκτυπο που έχει στην κοινωνία, οι συμβαλλόμενοι δεσμεύονται να προάγουν την ποιοτική ογκολογική φροντίδα για όλα τα άτομα μέσα στα πλαίσια των τοπικών οικονομικών πλαισίων. Γι αυτό, οι συμβαλλόμενοι δεσμεύονται να προωθήσουν:

  1. Την ιατρική πρακτική που βασίζεται σε στοιχεία και την ξεκάθαρη έννοια της "ποιοτικής φροντίδας", σύμφωνα με όλα τα διαθέσιμα σήμερα επιστημονικά στοιχεία.
  2. Τη συστηματική ανάπτυξη οδηγιών που βασίζονται στις καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες για την πρόληψη, τη διάγνωση, τη θεραπεία και την ανακουφιστική φροντίδα.
  3. Την κατάλληλη θέσπιση προτεραιοτήτων ποιοτικής αντικαρκινικής φροντίδας σε κάθε επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας, σε αντιστοιχία με την τοπική επίπτωση της νόσου.
  4. Την ενίσχυση της ογκολογικής εξειδίκευσης και την καλύτερη ενσωμάτωση της  σχετικής φροντίδας μεταξύ των ιατρικών κλάδων.
  5. Την εκτεταμένη πρόσβαση των ασθενών σε υψηλής ποιότητας κλινικές μελέτες.

Άρθρο V

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι κατά το 2020 θα παρουσιάζονται κάθε χρόνο 20.000.000 νέες περιπτώσεις καρκίνου. Το 70% αυτών των ασθενών θα ζουν σε χώρες στις οποίες θα διατίθενται λιγότερο από το 5% των πόρων για τον έλεγχο του καρκίνου. Ο καρκίνος θα εξακολουθήσει να είναι ένας αυξανόμενα σημαντικός συντελεστής στη παγκόσμια επίπτωση των ασθενών καθώς εισερχόμαστε στην επόμενη χιλιετία, παρά το γεγονός ότι πολλοί τύποι καρκίνου προλαμβάνονται μέσω του ελέγχου του καπνίσματος, της δίαιτας, των μολύνσεων και της ρύπανσης. Υπολογίζεται, για παράδειγμα, ότι οι μολύνσεις-πολλές από τις οποίες μπορούν να προληφθούν- προκαλούν το 15% των καρκίνων παγκοσμίως και το 22% των καρκίνων στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η χρήση καπνού επίσης δημιουργεί εκατομμύρια νέες περιπτώσεις καρκίνου και προκαλεί θανάτους κάθε χρόνο και στον ανεπτυγμένο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Αυτή η πραγματικότητα τονίζει με έμφαση την ανάγκη για την ανάπτυξη δημόσιων πολιτικών που να υποστηρίζουν τον αγώνα κατά του καρκίνου και την επείγουσα ανάπτυξη της υπάρχουσας γνώσης και τεχνολογίας στη βασική πρόληψη του καρκίνου ώστε να αναχαιτιστεί η τάση επέκτασης της νόσου. Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν να:

  1. Υποστηρίξουν ενεργά τα υπάρχοντα προγράμματα πρόληψης του καρκίνου παγκοσμίως και να οικοδομήσουν την ετοιμότητα και την δέσμευση στην πρόληψη μέσω όλων των μερών (αρχών) που εκπροσωπούν.
  2. Να αναγνωρίσουν ευκαιρίες για να αυξήσουν την ενημέρωση του κοινού στον έλεγχο του καπνίσματος, στη διαφοροποίηση της δίαιτας, τον έλεγχο των μολύνσεων και στην προστασία του περιβάλλοντος.
  3. Να οργανώσουν την υποστήριξη από την βιομηχανία και τις κυβερνήσεις στην αύξηση της προσφοράς πρόληψης για τον καρκίνο μέσω της ιατρικής τεχνολογίας, όπου αυτό είναι δυνατό.

Άρθρο VI

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η έγκαιρη διάγνωση για κάθε ένα ή για όλα από τα 200 ή περισσότερα είδη καρκίνου, οδηγεί σε ένα καλύτερο αποτέλεσμα για τον ασθενή. Είναι σημαντικό επίσης το γεγονός ότι η σωστή αντιμετώπιση εγνωσμένων προ-καρκινικών καταστάσεων μπορεί επίσης να προλάβει τον καρκίνο.

Ο φόβος και η άγνοια για τα σημεία και συμπτώματα του καρκίνου ή των προκαρκινικών καταστάσεων είναι παρ' όλα αυτά συχνοί ενώ και από τη φύση του ο καρκίνος μπορεί να είναι ύπουλος και να ανιχνεύεται δύσκολα χωρίς παρεμβάσεις πληθυσμιακού ελέγχου. Είναι επίσης γνωστό ότι η πρώιμη διάγνωση εξαιρετικά σημαντική για τα άτομα που ανήκουν σε κατηγορίες υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου εξαιτίας του τρόπου ζωής των, του περιβάλλοντος όπου ζουν, της απασχόλησης των και την οικογενειακής προδιάθεσης ή της χαμηλής τους κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης.

Η αναγνώριση ότι τα πρωϊμότερα συμπτώματα του καρκίνου μπορεί να μπερδευτούν με αυτά άλλων, κοινών ασθενειών, προσδίδει περαιτέρω έμφαση στην ανάγκη για αποτελεσματικό πληθυσμιακό έλεγχο και προσεκτική ιατρική διάγνωση. Η μεθοδολογία ελέγχου για την πρώιμη διάγνωση του καρκίνου μπορεί να εκτείνεται από την απλή παρατήρηση, τις εργαστηριακές και ακτινολογικές εξετάσεις, μέχρι τη διεξαγωγή πιο εξειδικευμένων εξετάσεων, που όλες έχουν ήδη αποδειχθεί πολύτιμες στην έγκαιρη διάγνωση διαφόρων μορφών καρκίνου.

Επιπρόσθετα στην εκπαίδευση για την πρόληψη του καρκίνου, η εφαρμογή των προγραμμάτων ελέγχου-στο πλαίσιο των οικονομικών δυνατοτήτων- θα πρέπει να είναι ένα κύριο μέλημα για τον περιορισμό του καρκίνου. Αυτά τα προγράμματα έλέγχου για να είναι αποτελεσματικά θα πρέπει να συνδυάζονται με την πρόσβαση σε ποιοτική αντιμετώπιση.

Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν να επιταχύνουν την ανάπτυξη και την ευρεία εφαρμογή των ήδη αποδεδειγμένων και αυτών που θα προκύψουν τεχνολογιών πληθυσμιακού ελέγχου, ώστε όλα τα άτομα που μπορεί να ωφεληθούν από τον έλεγχο να συμμετάσχουν σ΄ αυτόν, ανεξάρτητα από την φυλή ή την κοινωνικο-οικονομική κατάστασή τους.
 

Άρθρο VII

Η εξατομικευμένη και η καταστατικά εδραιωμένη συνηγορία υπέρ των ασθενών έχει άμεση και ευνοϊκή επίπτωση στη μάχη κατά του καρκίνου, ιδίως σε περιπτώσεις όπου έχει υπάρξει σωστή ενημέρωση και έχει ριζώσει σε μία κατανοητή και προσδεδεμένη στην ποιοτική επιστήμη και στην βασισμένη σε δεδομένα ιατρική πρακτική. Ως κύριος μέτοχος στον αντικαρκινικό αγώνα, ο ασθενής βρίσκεται στη μοναδική θέση να επικεντρώνει τη συνολική προσπάθεια για την εξάλειψη της ασθένειας και την τέλεια χρήση των δυνατοτήτων προς όφελος των ατόμων που κινδυνεύουν να προσβληθούν από την νόσο ή αυτών που ζουν με τον καρκίνο και τον μάχονται. Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν να ισχυροποιήσουν την θέση των καρκινοπαθών ως ενεργών συνεργατών στην μάχη κατά του καρκίνου, και θα προωθήσουν ενεργητικά τις ακόλουθες αρχές:

  1. Όλα τα άτομα που πάσχουν ή θα προσβληθούν από καρκίνο θα πρέπει να έχουν ίση πρόσβαση στην ενημέρωση για την ασθένεια και στις επιλογές αντιμετώπισης, συμπεριλαμβανομένων της προέλευσης, της πρόληψης και των πρόσφατων προτύπων για ανακάλυψη, διάγνωση και αντιμετώπιση της νόσου.
  2. Η ανοικτή και σε συνεργασία επικοινωνία μεταξύ καρκινοπαθών και λειτουργών και επιστημόνων υγείας είναι βασική.
  3. Η δέσμευση για μια ολικά καλύτερη ποιότητα ζωής περιλαμβάνει όχι μόνο την κλινική φροντίδα, αλλά επίσης και την πληροφόρηση και την ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Οι λειτουργοί υγείας και οι καρκινοπαθείς μοιράζονται την ευθύνη να εξασφαλίσουν ότι όλες οι ανάγκες των ασθενών θα ικανοποιηθούν.
  4. Οι καρκινοπαθείς σε όλο τον κόσμο έχουν την ευκαιρία να ενημερωθούν, να οργανωθούν και να επηρεάσουν.
  5. Η ιατρική κοινωνία, αναγνωρίζοντας τη δύναμη και το όφελος από τον ενημερωμένο και ενεργό πληθυσμό, θα βοηθήσει για να διευκολυνθεί η λαϊκή εμπιστοσύνη τόσο στην επιστημονική πρόοδο, όσο και στην ιατρική πρακτική που βασίζεται σε δεδομένα.
  6. Οι κοινότητες της ιατρικής έρευνας της βιομηχανίας και της πολιτικής θα αναφέρονται στους ενημερωμένους συνηγόρους των ασθενών ως τους στρατηγικούς συνεργάτες-κλειδιά σε όλες τις πλευρές της μάχης κατά του καρκίνου, συμπεριλαμβανομένων και των προόδων στα πρότυπα της φροντίδας και της επιβίωσης.

Άρθρο VIII

Η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών αποτελεί ένα πρωτεύοντα στόχο στον αγώνα κατά του καρκίνου. Τόσο η σωματική όσο και η ψυχική επιβάρυνση από τον καρκίνο μπορούν να είναι σημαντικές και συχνά γίνονται πιο σύνθετες από τις παρενέργειες της θεραπείας.

Επειδή τα κλινικά αποτελέσματα μπορούν να επηρεαστούν από τη συνολικά καλή κατάσταση της ψυχική και σωματικής υγείας του ασθενούς, η διατήρησης της ποιότητας της ζωής-συμπεριλαμβανομένης της φυσικής, ψυχολογική και κοινωνικής λειτουργικότητας-θα πρέπει να είναι τόσο ιατρική, όσο και ανθρωπιστική προτεραιότητα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί, ότι ενώ τα τελευταία 20 χρόνια έγιναν γιγάντια βήματα για να βελτιωθούν τα ποσοστά ίασης, σήμερα η πλειοψηφία των καρκινοπαθών παγκοσμίως δεν θεραπεύεται.

Όταν ο καρκίνος δεν είναι ιάσιμος, σημαντικά πλεονεκτήματα στην ποιότητα ζωής μπορούν ακόμα να αποκτηθούν μέσω της τέλειας αντικαρκινικής θεραπείας (χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία) και της υποστηρικτικής φροντίδας, συμπεριλαμβανομένων της διαχείρισης του πόνου και της κόπωσης καθώς και της ανακούφισης στο τέλος της ζωής. Οι συμβαλλόμενοι θα επιδιώξουν τους ακόλουθους στόχους για να αυξηθεί η δέσμευση σε θέματα ποιότητας ζωής στον αγώνα κατά του καρκίνου:

  1. Βελτίωση της πλήρους φροντίδας των ανθρώπων με καρκίνο, που συμπεριλαμβάνει την υποστηρικτική και ανακουφιστική φροντίδα μέσω ειδικών θεραπευτικών χειρισμών.
  2. Αναγνώριση σε κλινικό και πολιτικό επίπεδο της σημασίας της ποιότητας ζωής των ασθενών, ανεξάρτητα από το στάδιο και την πρόγνωση της νόσου, και της τέλειας υποστηρικτικής φροντίδας στους καρκινοπαθείς, ειδικά σε περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιτευχθεί θεραπεία.
  3. Θέση σε προτεραιότητα της ποιότητας της ζωής ως τελικό στόχο κλειδί στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων αλλά και στην φροντίδα του ασθενή.
  4. Επιθετική και συνεχιζόμενη ανάπτυξη επιστημονικών μέσων για τον υπολογισμό και την αποτίμηση της ποιότητας ζωής στα νοσηλευτικά κέντρα.
  5. Εντατική εκπαίδευση των λειτουργών υγείας και των καρκινοπαθών τόσο για την ανάγκη όσο και για τις ευκαιρίες αποτελεσματικού ελέγχου του πόνου στον καρκίνο σε κάθε στάδιο της  νόσου και της θεραπείας. Ο καρκινικός πόνος επηρεάζει έντονα την ποιότητα της ζωής και συχνά υποβαθμίζεται πολύ και δεν αντιμετωπίζεται σωστά, ακόμα και όταν είναι δυνατόν να ελεγχθεί καταλλήλως.
  6. Η επιδίωξη καλύτερης κατανόησης καθώς και αλλαγής των στάσεων σε ότι αφορά το θάνατο και τη διαδικασία θανάτου, ώστε να διασφαλιστεί ότι το τέλος της ζωής είναι αποδεκτό ως μια φυσική εμπειρία που μπορεί και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ιατρικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά και πνευματικά. Η τέλεια ιατρική φροντίδα του καρκινοπαθή που πεθαίνει πρέπει να είναι αποτελεσματική, ανθρώπινη και ευσπλαχνική.

Άρθρο IX


Αναγνωρίζοντας τη μεγάλη διαφοροποίηση στους πόρους και στην επιδημιολογία παγκοσμίως, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν ότι τα κράτη ξεχωριστά θα πρέπει να σχεδιάσουν εθνικές αντικαρκινικές στρατηγικές σύμφωνα με τις ανάγκες τους και να εφαρμόσουν τις δυνατότητες τους εκεί που θα έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση.

Μερικά κράτη μπορεί να διαλέξουν για παράδειγμα, να χρηματοδοτήσουν ως πρώτη προτεραιότητα στρατηγικές κατά των καρκίνων που μπορούν να προληφθούν ή να ιαθούν, συμπεριλαμβάνοντας εκπαίδευση στην πρόληψη και ειδικές θεραπευτικές πρακτικές. Άλλα κράτη μπορεί να ενδυναμώσουν τις προσπάθειες ανοσίας ως μέρος της συνολικής στρατηγικής ελέγχου του καρκίνου ή πιο επιθετική υποστήριξη στη χρήση της επικουρικής χημειοθεραπείας, ώστε να βελτιώσουν τα αποτελέσματα επιβίωσης. Κάθε μία από αυτές τις μεταβαλλόμενες ανάγκες και ευκαιρίες έχουν πρόσφατα καθοριστεί από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας στην προσπάθεια της να δημιουργήσει  μια σφαιρική στρατηγική ελέγχου του καρκίνου.

Είναι προφανές ότι ανεξάρτητα από τις οικονομικές περιστάσεις, μια κριτική θεώρηση των αντικαρκινικών αναγκών, του κατάλληλου σχεδιασμού και των προτεραιοτήτων που τίθενται, μπορεί να ανακόψει σημαντικά τον αντίκτυπο του καρκίνου εξίσου στα ανεπτυγμένα και στα αναπτυσσόμενα κράτη.

Τα μέλη αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν ενεργά την ιδέα του σχεδιασμού εθνικών αντικαρκανικών πολιτικών, σύμφωνα με τις τοπικές ανάγκες και πόρους. Επιπλέον υπόσχονται να προσκαλέσουν όλες τις κοινωνίες να εμπλακούν στον αγώνα κατά του καρκίνου, ώστε να εξασφαλιστεί ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός θα θέσει σε ικανοποιητικό βαθμό προτεραιότητας την σύγχρονη και την υπέρμετρα διαφαινόμενη κρίση του καρκίνου-και με τέλειο τρόπο θα εκμεταλλευθεί τη σημαντική ευκαιρία να μειώσει τη νοσηρότητα και τη θνητότητα από τον καρκίνο.

 
Άρθρο Χ

Δεδομένου ότι ο καρκίνος δεν γνωρίζει σύνορα και τα κράτη ξεχωριστά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν απομονωμένα τις προκλήσεις, θα πρέπει να εδραιωθεί μία νέα μέθοδος συνεργασίας στην προσέγγιση της έρευνας, της συνηγορίας, της πρόληψης και της αντιμετώπισης. Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν να αναπτύξουν πρωτοποριακά παγκόσμια δίκτυα και συμμαχίες για να διευρύνουν τους στόχους αυτού του καταστατικού χάρτη. Επιπλέον, υπόσχονται να διασφαλίσουν ότι οι στόχοι αυτού του καταστατικού χάρτη δεν θα παραμεληθούν μετά την υπογραφή του, με το να:

  1. Αναγνωρίσουν τη διακήρυξη από όλες τις αρμόδιες αρχές ότι η 4η Φεβρουάριου θα πρέπει να ανακηρυχθεί ως "Παγκόσμια Ημέρα Καρκίνου", έτσι ώστε κάθε χρόνο ο καταστατικός χάρτης των Παρισίων να βρίσκεται στις καρδιές και τις σκέψεις όλων των ανθρώπων.
  2. Ιδρύσουν διαρκείς επιτροπές που θα παράγουν ετήσιες εκθέσεις, στις οποίες θα καταγράφεται η πρόοδος σε κάθε άρθρο του Χάρτη.
  3. Διαμορφώσουν ένα παγκόσμιο δίκτυο ομάδων συνηγορίας για να ενθαρρυνθεί με ένα ευρύ κίνημα η υποστήριξη των άρθρων του καταστατικού χάρτη μέσα στις κοινωνίες τους.
  4. Δημιουργήσουν ένα Παγκόσμιο Οργανισμό Έρευνας από κορυφαίες επαγγελματικές (επιστημονικές) Εταιρείες της υφηλίου. Αυτή η ομάδα θα αφιερωθεί στο να εξασφαλίσει ότι η σύγχρονη γνώση θα μεταφέρεται διαμέσου των συνόρων, θα αναγνωρίζει ερευνητικά κενά και θα εξερευνά υποσχόμενους τομείς.
  5. Κινητοποιήσουν 1.000.000 άτομα απ' όλο τον κόσμο για να υπογράψουν τον καταστατικό χάρτη των Παρισίων έως το 2001, αποδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο την προθυμία τους για κινητοποίηση υπέρ όλων αυτών που προσβλήθηκαν από καρκίνο.

BeStrong.org.gr - 17.03.14