Ζωή με Καρκίνο
Ειδικές κατηγορίες ασθενών
Τρίτη ηλικία & καρκίνος
Θεραπεία καρκίνου

Θεραπεία του καρκίνου της τρίτης ηλικίας

Χειρουργική θεραπεία

Γενικά ο κίνδυνος για επιπλοκές και ακόμα και η θνητότητα αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας, όμως έχει βρεθεί επιλεγμένες εν ψυχρώ χειρουργικές επεμβάσεις είναι ασφαλείς ακόμα και μετά τα 80 έτη.

Αντίθετα οι επείγουσες επεμβάσεις, και ιδιαίτερα αυτές που αφορούν το γαστρεντερικό, είναι πολύ πιο δύσκολες για ασθενείς άνω των 70. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος, για να γίνεται προληπτικός έλεγχος με κολονοσκόπηση.

Οι εξελίξεις τόσο στη χειρουργική όσο και στην αναισθησιολογία έχουν πάντως κάνει πλέον εφικτές και ασφαλείς χειρουργικές επεμβάσεις και σε άτομα τρίτης ηλικίας.


Ακτινοθεραπεία

Μελέτες τόσο από την Αμερική όσο και από την Ευρώπη έχουν δείξει ότι η σύγχρονη ακτινοθεραπεία, ακόμα και σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία, είναι ασφαλής για ηλικιωμένα άτομα. Σχεδόν το 90-95% των ασθενών 80 ετών ολοκληρώνει την προγραμματισμένη ακτινοθεραπεία παρά τον κίνδυνο αυξημένης τοξικότητας.  

Επίσης, νεότερες τεχνικές, όπως η βραχυθεραπεία και η διαχειρουργική ακτινοθεραπεία, μπορεί να αποδειχτούν εξίσου αποτελεσματικές και με λιγότερη τοξικότητα στους υγιείς ιστούς. Σημαντική είναι και η μελέτη της ακτινοθεραπείας σε δύο ή περισσότερες δόσεις ημερησίως, που πιθανόν έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

Από τις επιπλοκές της ακτινοθεραπείας πρέπει να αναφερθεί η βλεννογονίτιδα, γιατί οι ηλικιωμένοι είναι πιο επιρρεπείς λόγω και της μειωμένης εφεδρείας των αρχέγονων πολυδύναμων κυττάρων των βλεννογόνων.

Για τον λόγο αυτό η ακτινοθεραπεία του ανώτερου αναπνευστικού και του πεπτικού πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή και να δίνεται ειδική μέριμνα για την άμεση αντιμετώπιση της βλεννογονίτιδας και πιθανής αφυδάτωσης.

Ταυτόχρονα συνιστάται να γίνεται και έλεγχος της θρέψης του ασθενούς και μάλιστα να γίνεται σίτιση μέσω της γαστροστομίας, αν υπάρχει απώλεια βάρους και υπολευκωματιναιμία.
 

Χημειοθεραπεία

Η γήρανση συνοδεύεται από αλλαγές στη φαρμακοκινητική και φαρμακοδυναμική πολλών κυτταροτοξικών από όσα χρησιμοποιούνται. 

Ταυτόχρονα υπάρχει ελάττωση των λειτουργικών εφεδρειών πολλών οργανικών συστημάτων και του μυελού των οστών. 

Οι κύριες φαρμακοκινητικές μεταβολές αφορούν την απορρόφηση, τη νεφρική απέκκριση και τον όγκο κατανομής των φαρμάκων.

Η απορρόφηση πολλών τροφών μειώνεται με την πάροδο της ηλικίας ως αποτέλεσμα ελάττωσης τόσο της επιφάνειας απορρόφησης του εντέρου, της σπλαγχνικής κυκλοφορίας, αλλά και της κινητικότητας του στομάχου και της έκκρισης ενζύμων του πεπτικού.

Πάντως μελέτες για την απορρόφηση κάποιων από το στόμα χημειοθεραπευτικών, όπως η καπεσιταμπίνη, δεν έχουν δείξει σημαντική μεταβολή της σε ηλικιωμένα άτομα και σαφώς η από του στόματος χημειοθεραπεία είναι αρκετά ελκυστική για την ομάδα αυτή. Βέβαια παραμένει πάντα το ερώτημα της συμμόρφωσης αλλά και της πολυφαρμακίας. 

Η προοδευτική μείωση της νεφρικής σπειραματικής κάθαρσης με την πάροδο της ηλικίας πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από το γιατρό που χορηγεί χημειοθεραπεία. Συχνά η τιμή της κρεατινίνης του ορού δεν αντανακλά τη μεταβολή αυτή, γιατί συνυπάρχει και σημαντική μείωση της μυϊκής μάζας.

Η ελάττωση της νεφρικής κάθαρσης οδηγεί σε παράταση του χρόνου ημίσειας ζωής φαρμάκων που απεκκρίνονται από τους νεφρούς, όπως η μεθοτρεξάτη, η βλεομυκίνη και η καρμποπλατίνα.

Επίσης επηρεάζει την απέκκριση φαρμάκων που μεταβολίζονται μεν στο ήπαρ, όπως οι ανθρακυκλίνες και η αρασυτίνη, αλλά οι μεταβολίτες τους – που είναι ενεργοί ή και τοξικοί – απεκκρίνονται μέσω των νεφρών (νταουνορουβικινόλη για την νταουνομυκίνη και αραουριδίνη για την αρασυτίνη, που προκαλεί παρεγκεφαλιδική τοξικότητα).

Η προσαρμογή της δόσης των φαρμάκων ανάλογα με τη νεφρική κάθαρση είναι. Για νέα φάρμακα δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα και ο κλινικός πρέπει να ερευνά τη βιβλιογραφία και τις μονογραφίες των φαρμάκων.

Η ηλικία μπορεί να επηρεάσει και τον ηπατικό μεταβολισμό των φαρμάκων, αλλά λίγες είναι οι μελέτες πάνω στο θέμα αυτό λόγω της πολυπλοκότητάς του. Ο ηπατικός μεταβολισμός είναι συνάρτηση της αιματικής ροής προς το ήπαρ, της ταχύτητας εισόδου του φαρμάκου στα ηπατοκύτταρα, της μάζας των ηπατοκυττάρων και της συγκέντρωσης και δραστηριότητας των ενζύμων που μεταβολίζουν τα φάρμακα.

Με την ηλικία επάρχεται ελάττωση της αιματικής ροής προς το ήπαρ και της μάζας των ηπατοκυττάρων. Ταυτόχρονα μειώνεται η δραστικότητα των ενζύμων του κυτοχρώματος Ρ450 και ιδιαίτερα σε ευάλωτα ηλικιωμένα άτομα. Συγκεκριμένα το CYP1A2 ελαττώνεται κατά 20% με 25% στα υγιή ηλικιωμένα άτομα.

Με την πολυφαρμακία στους ηλικιωμένους το πρόβλημα των φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων πρέπει να συνυπολογίζεται στη χορήγηση της χημειοθεραπείας.
Ο όγκος κατανομής (Vd) ενός φαρμάκου καθορίζεται από τη σύνθεση του σώματος και τη συγκέντρωση των λευκοματινών και της αιμοσφαιρίνης.

Η περιεκτικότητα σε λίπος διπλασιάζεται, από 15% σε 30%, στο μέσο άτομο 75 ετών και η συγκέντρωση ενδοκυττάριου ύδατος ελαττώνεται σε 33% από 42%. Αυτό έχει ωε συνέπεια την ελάττωση του όγκου κατανομής των υδατοδιαλυτών φαρμάκων και την αύξηση αντίστοιχα των λιποδιαλυτών. Συχνά σε ηλικιωμένα άτομα συνυπάρχει τόσο υπολευκωματιναιμία όσο και αναιμία με αποτέλεσμα την αύξηση της τοξικότητας της χημειοθεραπείας.

Η υπολευκωματιναιμία είναι συχνά ένδειξη χρόνιας νόσου και κακής θράψης. Πολλά φάρμακα, όπως οι ανθρακυκλίνες, οι ταξάνες και η ετοποσίδη, συνδέονται με τα ερυθυροκύτταρα στην κυκλοφορία και η αναιμία δημιουργεί αύξηση του ελεύθερα κυκλοφορούντος φαρμάκου. Επομένως έχει σημασία η αναγνώριση αλλά και αντιμετώπιση της υπολευκωματιναιμίας και της αναιμίας ταυτόχρονα με τη θεραπεία για την υποκείμενη κακοήθεια για την πρόληψη σημαντικών παρενεργειών.

Με την αύξηση της ηλικίας παρατηρούνται και φαρμακοδυναμικές αλλαγές με τη μεγαλύτερη έκφραση συνήθως του γονιδίου αντοχής στα φάρμακα (MDR 1) με αποτέλεσμα να παρατηρείται μικρότερο ποσοστό ύφεσης μετά από θεραπεία στην οξεία μυελογενή λευχαιμία.

Επίσης υπάρχει μειωμένη επιδιόρθωση του DNA που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μικρότερη ανοχή των φυσιολογικών ιστών σε κυτταροτοξικά φάρμακα ενώ αυξάνονται τα νεοπλασματικά κύτταρα με ανοξικό μεταβολισμό και με αντίσταση στην απόπτωση, που τα κάνει πιο ανθεκτικά στα χορηγούμενα φάρμακα. 

Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, τα ηλικιωμένα άτομα είναι πιο επιρρεπή και στη βλεννογονίτιδα και στην καταστολή του μυελού. 

Έχει βρεθεί ότι η ανοχή στον συνδυασμό CHOP για τα μη Hodgkin’s λεμφώματα είναι σημαντικά μειωμένη μετά τα 70 έτη. Στην ομάδα αυτή μια βαριά και παρατεταμένη ουδετεροπενία μπορεί να είναι συχνά θανατηφόρος και γι’ αυτό συνίσταται η χρήση αυξητικών παραγόντων, G-CSF, προφυλακτικά μετά τα 65 έτη, όταν χορηγείται χημειοθεραπεία, όπως το CHOPή ανάλογοι συνδυασμοί, όπως ταξάνες με καρμποπλατίνα.

Ο κίνδυονος της βλεννογονίτιδας, όπως αναφέρθηκε, είναι αυξημένος και θα έχει ενδιαφέρον αν η χρήση του αυξητικού παράγοντα των κερατινοκυττάρων θα μπορέσει να βοηθήσει την πρόληψή της στο μέλλον. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνεται άμεσα υποστηρικτική αγωγή των ηλικιωμένων ατόμων με βλεννογονίτιδα, διάρροια και δυσκαταποσία.  
 

Καρκίνος μαστού

Η θεραπεία των ηλικιωμένων γυναικών με καρκίνο μαστού εμπεριέχει δυο σημαντικές παραμέτρους. Η μία αφορά τη γυναίκα και την κατάστασή της και η άλλη τη βιολογία της νόσου της. Γενικά για ηλικία άνω των 90 ετών με στάδιο Ι ή ΙΙ δεν συνιστάται επικουρική χημειοθεραπεία, καθώς το αναμενόμενο όφελος είναι μικρό σε σχέση με την τοξικότητα.

Για μια γυναίκα 80 ετών η επικουρική χημειοθεραπεία είναι ωφέλιμη, αν η πιθανότητα να πεθάνει από καρκίνο είναι άνω του 30%. Η προτεινόμενη χημειοθεραπεία στην ηλικία αυτή είναι έως σήμερα το CMF. 

Σε μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Harvard φάνηκε ότι η επίσκεψη σε παθολόγο – ογκολόγο πριν από το χειρουργείο είχε ως αποτέλεσμα λιγότερες μαστεκτομές και περισσότερες τμηματεκτομές στην ομάδα των γυναικών αυτών, επιβεβαιώνοντας το ρόλο του παθολόγου. Επίσης, έχει φανεί ότι σχεδόν το 50% των γυναικών άνω των 80 υποθεραπεύονται με αποτέλεσμα την ελάττωση της ελεύθερης νόσου επιβίωσης.

Σε πρόσφατη γαλλική μελέτη αποδείχθηκε το όφελος της προσθήκης ανθρακυκλίνης εβδομαδιαία στη θεραπεία με ταμοξιφένη σε γυναίκες άνω των 65 με θετικούς λεμφαδένες. Το όφελος ήταν σημαντικό και χωρίς ιδιαίτερη τοξικότητα. Η χρήση της καπεσιταμπίνης και της βινορελμπίνης από το στόμα αλλά και των λιποσωμιακών ανθρακυκλινών θα βελτιώσει το προφίλ της τοξικότητας της χημειοθεραπείας στις γυναίκες τρίτης ηλικίας και τέτοιες μελέτες αναμένοναι με πολύ ενδιαφέρον.

Αλλά και η θεραπεία στόχου με trastuzumab για HER2 θετικές ασθενείς είναι σημαντικό βήμα και πρέπει να προσφέρεται και στις γυναίκες τρίτης ηλικίας.
 
 
Καρκίνος παχέος εντέρου

Πάνω από τα 2/3 των ασθενών με καρκίνο παχέος εντέρου είναι άνω των 65 ετών. Οι ηλικιωμένοι ασθενείς τείνουν να παρουσιάζονται με αναιμία και βλάβες στο δεξιό κόλον. Συχνά επικουρική χημειοθεραπεία δεν προσφέρεται στα άτομα αυτά με αποτέλεσμα να έχουν χειρότερη έκβαση.

Με μετα-ανάλυση δεδομένων από επτά μεγάλες μελέτες φάνηκε ότι η επικουρική θεραπεία με βάση την 5-φθοριοουρακίλη είναι και ασφαλής και επωφελής σε άτομα άνω των 70 ετών. Αλλά και στον καρκίνο του ορθού ο συνδυασμός ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας θα πρέπει να προσφέρεται, εφόσον ο ασθενής μπορεί να ανεχθεί τη θεραπεία.

Η χρήση νέων χημειοθεραπευτικών (οξαλιπλατίνη και ιρινοτεκάνη) και μονοκλωνικών αντισωμάτων πρέπει να περιλαμβάνει και την τρίτη ηλικία ειδικά σε καλά σχεδιασμένες μελέτες, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα για το όφελος και την τοξικότητά τους.
 

Λεμφώματα

Είναι κλασική πλέον η μελέτη που έδειξε το όφελος ατόμων άνω των 65 με διάχυτο μη Hodgkin’s λέμφωμα από Β-κύτταρα με τη συγχορήγηση του μονοκλωνικού αντισώματος rituximab και CHOP.

Τα άτομα της ηλικίας αυτής έχουν χειρότερη πρόγνωση από τους νεότερους, αλλά το αντίσωμα και η χρήση αυξητικών παραγόντων ήταν ιδιαίτερα επωφελής, ειδικότερα στο ποσοστό πλήρως ύφεσης και στην ολική επιβίωση.

Για τα χαμηλής κακοήθειας μη Hodgkin’s λεμφώματα τόσο το rituximab όσο και τα ραδιοεπισημασμένα αντισώματα (Zevalin, Bexxar) έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ηλικιωμένα άτομα, αλλά το εξαιρετικά υψηλό κόστος τους είναι μεγάλο πρόβλημα για τα συστήματα υγείας διεθνώς.
 
 
Λευχαιμίες – Μυελοδυσπλασία

Η ανακάλυψη και χρήση του αναστολέα της τιροσινικής κινάσης του Bcr-Abl imatinib ήταν σημαντική για ηλικιωμένα άτομα με τη νόσο αυτή που δεν ήταν υποψήφια για θεραπεία με ιντερφερόνη ή μεταμόσχευση και φαίνεται πλέον να αλλάζει τη φυσική ιστορία της νόσου.

Αλλά και στη σπάνια οξεία λεμφογενή λευχαιμία, που συχνά στην ηλικία αυτή είναι κακής πρόγνωσης και είναι θετική για το χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας, μπορεί η θεραπεία με imatinib να προσφέρει στο μέλλον. 

Η οξεία μυελογενής λευχαιμία στους ηλικιωμένους έχει ιδιαίτερα δυσμενή πρόγνωση, όπως αναφέρθηκε, αλλά η χρήση αυξητικών παραγόντων G-CSF, GM-CSF είχε ευεργετική επίδραση στη θεραπεία των ασθενών ως προς τη λευκοπενία και την ανταπόκριση.

Πιο ενδιαφέρουσα είναι η χρήση του συνδυασμένου αντισώματος κατά του CD33 με τοξικό αντιβιοτικό καλιχεαμυκίνη – gemtuzumab ozogamicin – που έχει εγκριθεί για τη θεραπεία υποτροπής ΟΜΛ σε άτομα άνω των 60 ετών τα οποία δεν δύνανται να υποβληθούν σε επιθετική χημειοθεραπεία.

Στην ομάδα αυτή των αρρώστων με δυσμενή πρόγνωση επιτεύχθηκε ύφεση στο 30%, βέβαια η υπατοτοξικότητα του αντισώματος αυτού απαιτεί προσοχή στη χρήση. Με ενδιαφέρον αναμένονται νέες μελέτες και συνδυασμός του με χημειοθεραπεία.

Για τις μυελοδυσπλασίες με υψηλό κίνδυνο εκτροπής σε οξεία λευχαιμία και ανάγκη μεταγγίσεων η θεραπεία με αζασυτιδίνη σε μικρές υποδόριες δόσεις που δρα ως απομεθυλιωτικός παράγοντας είναι η πρώτη θεραπεία που φαίνεται να αλλάζει τη φυσική ιστορία της νόσου αυτής.

Είναι γνωστό ότι η μυελοδυσπλασίες αφορούν κατεξοχήν την τρίτη ηλικία, ενώ μετά τα ενθαρρυντικά αυτά αποτελέσματα μελετάται και η χρήση παραγόντων που αναστέλουν την απο-ακετυλίωση των ιστονών, μια διαδικασία που συνδέεται με τη μεθυλίωση του DNA.
 

Καρκίνος πνεύμονα

Είναι ενδιαφέρουσα μια πρόσφατη δημοσίευση ότι το όφελος της ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας στο στάδιο ΙΙΙ του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα και στους άνω των 70 ασθενείς. Η χρήση νέων χημειοθεραπειών από το στόμα, όπως η βινορελμπίνη, είναι ιδιαίτερα ελκυστική για τους ασθενείς αυτούς.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η χημειοθεραπεία σε άτομα άνω των 70 ετών αύξησε και τη διάμεση επιβίωση και την ποιότητα ζωής των ασθενών με καρκίνο πνεύμονα. Ποια είναι η χημειοθεραπεία εκλογής ή αν ο συνδυασμός φαρμάκων είναι πιο επωφελής από τη μονοθεραπεία, είναι ακόμα θέμα μελέτης. 

Αλλά και η χορήγηση του αναστολέα της τιροσινικής κινάσης του υποδοχέα EGFR gefitinib είναι σημαντικό βήμα, γιατί πέρα από τους λίγους αρρώστους που βοηθά ως προς την ύφεση της νόσου, ένα ποσοστό κοντά στο 40% με 50% φαίνεται να έχει βελτίωση συμπτωμάτων της νόσου χωρίς σημαντική τοξικότητα.  
 

Ουρογεννητικός καρκίνος

Για τον προχωρημένο καρκίνο της ουροδόχου κύστεως μια ελληνική μελέτη έχει δείξει το όφελος της χημειοθεραπείας άσχετα με την ηλικία του ασθενούς και ειδικά η χορήγηση της καρμποπλατίνας και της γεμσιταμπίνης φαίνεται να είναι επωφελής και να μην έχει σημαντική τοξικότητα.

Ο καρκίνος του πρστάτη είναι συχνός στην τρίτη ηλικία και υπάρχει μεγάλη αντιπαράθεση για το πιοα είναι η πιο κατάλληλη αγωγή. Γενικά συνίσταται η θεραπεία να μη διαφέρει από τη θεραπεία πιο νέων ατόμων. Αν όμως η συν-νοσηρότητα και η γενική κατάσταση του ασθενούς περιορίζουν την προσδοκώμενη επιβίωσή του, τότε συνιστάται η παρακολούθηση χωρίς θεραπευτικό χειρισμό. 

Για τον ορμονοανθεκτικό καρκίνο του προστάτη η χρήση των ταξανών φαίνεται να έχει σημαντικό όφελος, όπως προκύπτει από πρόσφατη δημοσίευση, αλλά προσοχή χρειάζεται η επιλογή των αρρώστων προχωρημένης ηλικίας για τον κίνδυνο τοξικότητας.
 
 
Κλινικές μελέτες

Παρά τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό ηλικιωμένων με καρκίνο μόνο ένα μικρό ποσοστό έχει συμμετάσχει σε κλινικές μελέτες. Στην Ευρώπη ο Οργανισμός για Έρυενα και Θεραπεία του Καρκίνου (EORTC) δημοσίευσε μια ανάλυση των μελετών του, όππου μόνο το 22% των ασθενών ήταν άνω των 65 ετών και μόλις το 8% άνω των 70 ετών.

Οι ηλικιωμένοι υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία και χειρουργείο λιγότερο συχνά και είχαν πιο πολλές καθυστερήσεις στη χορήγηση της θεραπείας και προσαρμογές δόσεων. Η βλεννογονίτιδα ήταν σαφώς πιο συχνή. 

Σημαντική είναι και η μελέτη από την Αμερική, όπου φάνηκε ότι μόλις το 32% των ασθενών σε μελέτες είναι άτομα άνω των 65, ενώ στην ηλικιακή αυτή ομάδα σημειώνεται ένα ποσοστό καρκίνων άνω του 60%. Η είσοδος ασθενών προχωρημένης ηλικίας σε κλινικές μελέτες ενέχει πάντα το σφάλμα της προεπιλογής, δηλαδή επιλέγονται πιο υγιείς βιολογικά ηλικιωμένοι για μελέτες.

Πρόσφατα δημοσιεύτηκε και η εμπειρία από τον Οργανισμό Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA), όπου σε όλες τις μελέτες έγκρισης φαρμάκων για καρκίνο πάλι το ποσοστό των ασθενών που ήταν άνω των 70 δεν ξεπερνούσε το 20%. Καταλαβαίνει κανείς πόσο μικρό είναι αυτό το ποσοστό και τι σημασία μπορεί να έχει για το ότι φάρμακα που απευθύνονται στην ηλικιακή αυτή ομάδα δεν μελετήθηκαν σε ικανό ποσοστό ασθενών τρίτης ηλικίας.

Από την άλλη μεριά η ομάδα αυτή των ασθενών φαίνεται και στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική να ενδιαφέρεται σε ποσοστό άνω του 70% να πάρει χημειοθεραπεία, εφόσον είναι απαραίτητο. Ταυτόχρονα μια ιταλική μελέτη έδειξε ότι περίπου οι περισσότεροι ασθενείς άνω των 70 ετών θέλουν να γνωρίζουν λεπτομέρειες για τη νόσο τους και την τοξικότητα της χημειοθεραπείας σε αντίθεση με την επικρατούσα άποψη για τους ασθενείς από μεσογειακές χώρες.

Είναι απαραίτητο να γίνουν προοπτικές μελέτες σε γηριατρικούς ογκολογικούς αρρώστους με κριτήρια εισαγωγής βασισμένα στην ενδελεχή γηριατρική εκτίμηση ή κάποια παρόμοια κλίμακα, ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τον πληθυσμό αυτό. Οι μεγάλες συνεργαζόμενες ογκολογικές ομάδες στη Βόρεια Αμερική και στην Ευρώπη έχουν ήδη εκπονήσει μελέτες για ηλικιωμένους ασθενείς με καρκίνο.

 
Συμπεράσματα

Η θεραπεία του καρκίνου στην τρίτη ηλικία απαιτεί την κατανόηση της βιολογίας της γήρανσης και της βιολογίας του καρκίνου στην ηλικία αυτή. Ταυτόχρονα όμως απαιτείται η χρήση κατευθυντηρίων γραμμών και η ενδελεχής γηριατρική εκτίμηση. Είναι απαραίτητη η εκπαίδευση των γιατρών ογκολογικών ειδικοτήτων γύρω από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καρκίνου στους ηλικιωμένους και η συνεργασία με γηριάτρους, ιδιαίτερα για τον ευάλωτο ασθενή. 

Τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη δημιουργούνται ειδικά προγράμματα για νέους ογκολόγους με αυτό το αντικείμενο, ενώ ακόμα και σε προπτυχιακό επίπεδο θεωρείται απαραίτητη πλέον η εξοικείωση με τα προβλήματα της τρίτης ηλικίας. Με έγκυρες κλινικές μελέτες ελπίζεται ότι θα υπάρξουν πιο πολλά δεδομένα για την θεραπεία του καρκίνου στην τρίτη ηλικία και οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν την πιο σωστή και ενδεδειγμένη αγωγή ανεξάρτητα από την ηλικία τους. 

 
Κατευθυντήριες γραμμές θεραπείαας για ηλικιωμένα άτομα με καρκίνο

  1. Όλοι οι ασθενείς άνω των 65 πρέπει να υποβάλλονται σε κάποια μορφή ενδελεχούς γηριατρικής εκτίμησηςπριν από τη θεραπεία.
  2. Η δόση των φαρμάκων που αποβάλλονται από τους νεφρούς ή μετατρέπονται σε ενεργούς μεταβολίτες που αποβάλλονται νεφρικά, πρέπει να προσαρμόζεται στο επίπεδο νεφρικής λειτουργίας βάσει της κάθαρσης κρεατινίνης. Η δόση μπορεί να αυξηθεί, αν δεν παρουσιαστεί τοξικότητα.
  3. Ασθενείς άνω των 65 ετών που λαμβάνουν μέτρια εντατική χημειοθεραπεία ανάλογη με το CHOP ή ταξάνη / καρμποπλατίνα, πρέπει να λαμβάνουν προληπτικά αυξητικούς παράγοντες (G-CSF).
  4. Τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης πρέπει να διατηρούνται πάνω ή ίσα με 12 g/dl με ερυθροποιητίνη.
  5. Ασθενείς άνω των 65 ετών που παρουσιάζουν βλεννογονίτιδα βαθμού 3 – 4 πρέπει να εισάγονται στο νοσοκομείο και να λαμβάνουν υγρά ενδοφλέβια.
 

BeStrong.org.gr - 25.03.14