Υγιεινή Ζωή
Περιορισμός αλκοόλ
Στρατηγικές κατά του αλκοόλ

Στρατηγικές κατά του αλκοόλ

Μέτρα και Πολιτικές για την Αντιμετώπιση του Αλκοόλ στην Ελλάδα

Οι βασικές πολιτικές πρόληψης που εφαρμόζονται στην Ελλάδα αφορούν σε τρεις τομείς: στον ποιοτικό έλεγχο της παραγωγής αλκοολούχων ποτών, στην απαγόρευση πώλησης αλκοολούχων σε νέους και στην απαγόρευση της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ.

Ο έλεγχος και αδειοδότηση της παραγωγής αλκοολούχων ποτών υλοποιείται με τη θέσπιση άδειας για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών.

Εντούτοις, ο προσανατολισμός του μέτρου σχετίζεται περισσότερο με τη διασφάλιση των φορολογικών εσόδων του κράτους και όχι με την προστασία της Δημόσιας Υγείας.

Η απαγόρευση της πώλησης ποτών σε νέους αφορά στην πώληση σε άτομα ηλικίας κάτω των 17 ετών. Παρ’ όλα αυτά, η εφαρμογή του υφιστάμενου νόμου δεν επιτηρείται καθόλου, με αποτέλεσμα το μέτρο να είναι ουσιαστικά ανενεργό.

Η απαγόρευση της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ, με ανώτατη επιτρεπτή συγκέντρωση αλκοόλης στο αίμα το 0,5%, είναι ένα μέτρο η τήρηση του οποίου κατά περιόδους εποπτεύεται ικανοποιητικά, ενώ σε άλλες περιόδους υστερεί.

Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα έχει την υψηλότερη στη Δυτική Ευρώπη θνησιμότητα από τροχαία ατυχήματα, γεγονός που υποδηλώνει ότι τη σημασία της αυστηρής εφαρμογής του μέτρου.

Αντίθετα με τα παραπάνω, υπάρχει μια ολόκληρη σειρά τομέων και πολιτικών πρόληψης, στους οποίους η χώρα μας δεν έχει αναπτύξει καμία δραστηριότητα. Καταρχήν η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες της Ευρώπης στις οποίες δεν υπάρχει νομοθετικός προσδιορισμός της έννοιας «αλκοολούχο ποτό».

Η έλλειψη αυτή δυσχεραίνει τη λήψη μέτρων και την εφαρμογή πολιτικών πρόληψης. Επίσης είναι μια από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες η οποία δε διαθέτει πολιτικές σχετικά με: Τη θέσπιση περιορισμών στα καταστήματα πώλησης και στο σερβίρισμα. Τη θέσπιση περιορισμών στην κατανάλωση αλκοόλ στους χώρους εργασίας. Την οργάνωση εθνικής καμπάνιας ενημέρωσης (με εξαίρεση τους κινδύνους στην οδήγηση).

Τα παραπάνω σηματοδοτούν τις κύριες ανεπάρκειες που παρατηρούνται στις πολιτικές πρόληψης που εφαρμόζονται στην Ελλάδα. Τα σημαντικότερα προβλήματα και ανεπάρκειες που διαπιστώνονται στην πολιτική κατά του αλκοόλ συνοψίζονται στα εξής:

  • Η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού και στοχευμένων δράσεων οδηγεί σε αποσπασματικές ενέργειες και βασικές οργανωτικές αδυναμίες.
  • Δε διαθέτουμε ολιστικό σχεδιασμό για την καταπολέμηση των συνεπειών του αλκοόλ.
  • Η δραστηριότητα του δημοσίου εξαντλείται συνήθως σε αποσπασματικές ενέργειες ή δράσεις περιορισμένης κλίμακας και δεν επενδύεται σε συνολικές στρατηγικές.
  • Δε διαθέτουμε αρμόδιο φορέα για την πρόληψη.
  • Δε διαθέτουμε εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις για την ταυτόχρονη προαγωγή θετικών προτύπων και συμπεριφορών.
  • Δε διαθέτουμε εκπαιδευτικά προγράμματα για τα παιδιά και τους νέους.
  • Δε διαθέτουμε προγράμματα επιμόρφωσης των εργοδοτών και του προσωπικού για την κατανάλωση αλκοόλ στους χώρους εργασίας.
  • Δε διαθέτουμε ειδικά συμβουλευτικά κέντρα και συμβουλευτικές υπηρεσίες.
  • Δε διαθέτουμε στοχευμένη επικοινωνιακή πολιτική και εκστρατεία ενημέρωσης.
  • Δε διαθέτουμε σύστημα ποιότητας και αξιολόγησης των προγραμμάτων.
  • Δε διαθέτουμε πολιτική για την αξιοποίηση και την ανάπτυξη του Εθελοντισμού.

Στρατηγική του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για το Αλκοόλ

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει υπάρξει η πιο ενεργή σε θέματα αλκοόλ διεθνής υπηρεσία. Το ευρωπαϊκό σκέλος του Π.Ο.Υ. έχει αναλάβει διάφορες πρωτοβουλίες για τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων του αλκοόλ στα κράτη - μέλη του.

Σε αυτές περιλαμβάνονται το δίκτυο για την πολιτική κατά του αλκοόλ στην Ευρώπη, ο Ευρωπαϊκός Καταστατικός Χάρτης για το Αλκοόλ και δύο διυπουργικές συνδιασκέψεις που επιβεβαίωσαν την ανάγκη ανάπτυξης μίας πολιτικής κατά του αλκοόλ (και μίας πολιτικής για τη Δημόσια Υγεία γενικότερα) χωρίς την παρέμβαση εμπορικών και οικονομικών συμφερόντων.

Συγκεκριμένα οι κατευθύνσεις για την πολιτική του Π.Ο.Υ. στον τομέα του αλκοόλ υπήρξαν αντικείμενο ειδικής συνόδου το 1995 στο Παρίσι, όπου από όλα τα κράτη - μέλη του ευρωπαϊκού τμήματος του Π.Ο.Υ., υιοθετήθηκε ο Ευρωπαϊκός Καταστατικός Χάρτης του Π.Ο.Υ. για το Αλκοόλ. Επιπλέον, το 2001, εκδόθηκε από τον Π.Ο.Υ. η «Διακήρυξη για την Υγεία των Νέων σε σχέση με το Αλκοόλ», που αποβλέπει στην προστασία των νέων από το αλκοόλ. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Καταστατικού Χάρτη για το Αλκοόλ, ο Π.Ο.Υ. έχει αναπτύξει μια στρατηγική, η οποία περιλαμβάνει:

  • μέτρα για τη μείωση της διαθεσιμότητας του αλκοόλ,
  • περιορισμούς στην πώληση του αλκοόλ,
  • περιορισμό της ζήτησης μέσω μιας πολιτικής τιμών και φόρων επί του αλκοόλ,
  • εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση της κοινότητας,
  • προστασία των νέων από το αλκοόλ,
  • μέτρα για τον καθορισμό χώρων, όπου απαγορεύεται η κατανάλωση αλκοολούχων,
  • περιορισμούς στη διαφήμιση του αλκοόλ,
  • αυστηρά μέτρα για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ,
  • έγκαιρη παρέμβαση με θεραπευτικές δομές και προγράμματα υποστήριξης.

Αναφορικά με την προώθηση των αλκοολούχων ποτών, το Σχέδιο Δράσης του Π.Ο.Υ., για το Αλκοόλ 2000 - 2005 προέβλεπε ότι μέχρι το έτος 2005, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να υιοθετήσουν μέτρα για την προστασία των παιδιών και των νέων από την έκθεσή τους στο αλκοόλ. Στις προτεινόμενες δράσεις για την επίτευξη του στόχου περιλαμβάνονται:

  • περιορισμός της διαφήμισης στις πληροφορίες του προϊόντος και της εμφάνισής του σε έντυπα μέσα που απευθύνονται σε ενήλικες.
  • ανάπτυξη ενός κώδικα διαφήμισης, όπου οι επιτρεπόμενες διαφημίσεις θα αποφεύγουν την υπερπροβολή των επιδράσεων του αλκοόλ και την εμπλοκή νέων παιδιών στις διαφημίσεις αλκοόλ.
  • ανάπτυξη ενός κώδικα πρακτικής με τον σκοπό την αποφυγή προώθησης και διαφήμισης αλκοολούχων προϊόντων που απευθύνονται κυρίως σε ανήλικους.
  • απαγόρευση της χορηγίας δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τον ελεύθερο χρόνο των νέων, από εταιρίες παραγωγής αλκοολούχων ποτών.
  • περιορισμοί στη χορηγία αθλητικών διοργανώσεων από τη βιομηχανία ποτών.
  • αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο στη διοργάνωση εκδηλώσεων που προβάλουν την κατανάλωση αλκοόλ, όπως για παράδειγμα της «γιορτής κρασιού» του «φεστιβάλ μπίρας» ή διαγωνισμών κατανάλωσης ποτού.

Ο Π.Ο.Υ. θεωρεί ότι κάθε κοινωνία έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και, για να είναι αποτελεσματικά τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κατανάλωσης αλκοόλ και των επιπτώσεων από αυτό, πρέπει να είναι κατάλληλα για τη συγκεκριμένη κοινωνία που απευθύνονται.

Παράλληλα, στο πλαίσιο της στρατηγικής ΥΓΕΙΑ 21 του ευρωπαϊκού τμήματος του Π.Ο.Υ., έχει τεθεί για την Ευρώπη ο ακόλουθος στόχος: Μέχρι το έτος 2015, σε όλες τις χώρες, η κατά κεφαλή κατανάλωση αλκοόλ, δε θα πρέπει να υπερβαίνει τα 6 λίτρα ετησίως, και θα πρέπει να είναι κοντά στο 0 στις ηλικίες κάτω των 15 ετών.


Ευρωπαϊκός Καταστατικός Χάρτης του Π.Ο.Υ. για το Αλκοόλ

  1. Να ενημερωθεί ο πληθυσμός, με την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων, για τις επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία τους, στην οικογένεια και στην κοινωνία, καθώς και για τα αποτελεσματικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν ώστε να προληφθούν ή να ελαχιστοποιηθούν οι βλάβες.
  2. Να προωθηθεί η ιδέα της διαμόρφωσης χώρων (δημοσίων, εργασιακών, ιδιωτικών κ.λπ.) προστατευμένων από τις αρνητικές επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ, όπως βίαιες συμπεριφορές, ατυχήματα, κ.λ.π.
  3. Να ψηφισθούν και να εφαρμοσθούν νόμοι, οι οποίοι θα αποθαρρύνουν αποτελεσματικά την οδήγηση κάτω από την επήρεια αλκοόλ.
  4. Να προωθηθεί η προστασία της Δημόσιας Υγείας μέσω μηχανισμών ελέγχου πωλήσεων οινοπνευματωδών, π.χ. στους νέους, με την αύξηση των τιμών των αλκοολούχων ποτών μέσω αυξημένης φορολογίας.
  5. Να επιβληθούν αυστηροί έλεγχοι που έχουν σχέση με την άμεση και έμμεση διαφήμιση αλκοολούχων ποτών και να εξασφαλισθεί η απαγόρευση διαφημίσεων που απευθύνονται αποκλειστικά στη νεολαία, όπως π.χ. η σύνδεση αλκοόλ και αθλημάτων, όπως οι υπάρχοντες περιορισμοί ή απαγορεύσεις που ήδη ισχύουν σε ορισμένες χώρες.
  6. Να διασφαλιστεί η εύκολη πρόσβαση σε αποτελεσματικές θεραπευτικές και επανενταξιακές υπηρεσίες, οι οποίες θα απασχολούν ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό, τόσο για ανθρώπους που κάνουν επικίνδυνη και επιβλαβή χρήση οινοπνευματωδών, όσο και για τα μέλη της οικογένειας τους.
  7. Να καλλιεργηθεί η συνείδηση της δεοντολογικής και νομικής ευθύνης στους επαγγελματίες του μάρκετινγκ ή σε αυτούς που πωλούν αλκοολούχα ποτά. Να γίνονται αυστηροί έλεγχοι ασφαλούς παραγωγής του προϊόντος και να εφαρμόζονται κατάλληλα μέτρα εναντίον της παράνομης παραγωγής και πώλησης.
  8. Να αυξηθεί η ικανότητα της κοινωνίας στην αντιμετώπιση των συνεπειών του αλκοόλ, εκπαιδεύοντας και εξοπλίζοντας με εξειδικευμένα στελέχη καίριους τομείς, όπως η Υγεία, η Κοινωνική Πρόνοια, η Παιδεία, το δικαστικό σώμα κ.λπ., και παράλληλα δίνοντας πρωτοβουλία και ενδυναμώνοντας τις τοπικές αρχές.
  9. Να υποστηριχθούν μη-κυβερνητικές οργανώσεις και κινήσεις αυτοβοήθειας που προωθούν έναν υγιή τρόπο ζωής, και ειδικά εκείνες οι κινήσεις που έχουν σα στόχο την πρόληψη ή τη μείωση βλαβών που σχετίζονται με το αλκοόλ.
  10. Να εκπονηθούν κρατικά προγράμματα ευρείας βάσης, που θα παίρνουν υπόψη τους τον Ευρωπαϊκό Καταστατικό Χάρτη για το Αλκοόλ, με καθαρούς στόχους δράσης, παρακολούθηση και αξιολόγηση της έκβασής τους, τα οποία θα εκσυγχρονίζονται κατά περιόδους.

Η Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Αλκοόλ

Οι πιο σημαντικές διεθνείς νομικές συμφωνίες που επηρεάζουν την πολιτική απέναντι στο αλκοόλ είναι η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (General Agreement on Tariffs and Trade - GATT), που αφορά στα αγαθά, και η Γενική Συμφωνία Εμπορικών Υπηρεσιών (General Agreement on Trade in Services - GATS).

Ωστόσο στην πράξη, η μεγαλύτερη επίδραση στην πολιτική κατά του αλκοόλ έχει επέλθει από τους νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί εμπορίου. Οι πιο πολλές περιπτώσεις αναφορικά με το αλκοόλ, πηγάζουν από τον κανονισμό φορολόγησης περί «εθνικού χειρισμού», που σημαίνει ότι τα κράτη απαγορεύεται να λειτουργούν υπό καθεστώς διακρίσεων -άμεσα ή έμμεσα- υπέρ των τοπικών προϊόντων και έναντι των εισαγώγιμων από άλλες περιοχές της Ε.Ε.

Κάθε κράτος της Ε.Ε. έχει ένα σύνολο νόμων και διατάξεων που διαχωρίζουν το αλκοόλ από τα άλλα αγαθά του εμπορίου, συχνά για λόγους Δημόσιας Υγείας. Παρ’ όλη την οικουμενικότητα των πολιτικών απέναντι στο αλκοόλ, σχεδόν οι μισές ευρωπαϊκές χώρες ακόμη δεν έχουν ένα σχέδιο δράσης ή ένα συντονιστικό όργανο για το αλκοόλ.

Ακόμη κι έτσι, οι περισσότερες χώρες έχουν προγράμματα πολιτικής κατά του αλκοόλ, από τα οποία τα σχολικά εκπαιδευτικά προγράμματα είναι τα πλέον συνηθισμένα σε όλη την Ευρώπη. Όλες οι χώρες επίσης έχουν κάποια μορφή περιορισμών σε θέματα οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ, με όλες, πλην του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας και του Λουξεμβούργου, να έχουν ως ανώτατο επιτρεπτό όριο συγκέντρωσης του αλκοόλ στο αίμα των οδηγών, τα 0,5gr/ lt που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Οι πωλήσεις αλκοόλ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες γενικά διέπονται από περιορισμούς, σε λίγες περιπτώσεις λόγω ύπαρξης μονοπωλίου, συχνότερα λόγω της υποχρέωσης έκδοσης αδειών, ενώ συχνά υπάρχει και περιορισμός στα σημεία της πώλησης.

Η φορολόγηση των αλκοολούχων σκευασμάτων είναι άλλη μία συνήθης πρακτική στις ευρωπαϊκές χώρες, αν και οι φόροι διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών. Αυτό γίνεται εμφανές στην περίπτωση της παραγωγής οίνου, όπου σχεδόν οι μισές ευρωπαϊκές χώρες δεν επιβάλουν κανενός είδους φορολογία, ενώ 1 στις 5 χώρες έχει ένα ποσοστό φόρου άνω των 1.000 Ευρώ, προσαρμοσμένο στην αγοραστική δύναμη.

Γενικά η φορολογία είναι υψηλότερη στη Βόρεια Ευρώπη και χαμηλότερη στη Νότια και σε περιοχές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Αν και η Ε.Ε. από μόνη της, αδυνατεί να περάσει νόμους απλά για την προστασία της ανθρώπινης υγείας (τα κράτη - μέλη δεν έχουν δώσει αυτήν τη δύναμη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς), κάποιες πολιτικές που αφορούν στο χειρισμό της εσωτερικής αγοράς μπορούν να ενσωματώσουν ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για την υγεία, όπως για παράδειγμα η διάταξη περί διαφήμισης του αλκοόλ στην Τηλεόραση Χωρίς Σύνορα.

Κατά τα άλλα, οι ενέργειες της Ε.Ε. κατά του αλκοόλ χαρακτηρίζονται από νομική ατολμία, η οποία εμφανίζεται με τη μορφή μη δεσμευτικών αποφάσεων και συστάσεων που παροτρύνουν τα κράτη - μέλη προς κάποιο συγκεκριμένο τρόπο δράσης.

Εν αντιθέσει με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο με τη συνεχώς αυξανόμενη επιρροή του, έχει υποστηρίξει αναμφίβολα τους διαφημιστικούς περιορισμούς στην Καταλονία και στη Γαλλία, αποδεχόμενο ότι «είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διαφήμιση ενεργεί ως ενθάρρυνση για την κατανάλωση αλκοόλ».

Η στρατηγική της Ε.Ε. για το αλκοόλ θεμελιώνεται με μια σειρά συστάσεων και οδηγιών και ολοκληρώνεται το 2006, με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2006, με τίτλο «Μια στρατηγική της Ε.Ε. για τη στήριξη των κρατών - μελών στην προσπάθειά τους να μειώσουν τις βλάβες που προκαλούνται από το αλκοόλ» [COM(2006) 625]. Η στρατηγική θεσπίζει πέντε προτεραιότητες για τη μείωση της επιβλαβούς και επικίνδυνης κατανάλωσης αλκοόλ στην Ευρωπαϊκή Ένωση.


  • Προστασία των νέων και των παιδιών, με στόχο:
  1. τη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ από ανηλίκους και μείωση της επικίνδυνης κατανάλωσης μεταξύ των νέων,
  2. τη μείωση των βλαβών που προκαλούνται στα παιδιά που ζουν σε οικογένειες με προβλήματα αλκοολισμού και
  3. τη μείωση της έκθεσης στο αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Μεταξύ των μέτρων που προτείνονται είναι οι περιορισμοί στην πώληση αλκοόλ, στην πρόσβαση σε αλκοολούχα ποτά και σε εμπορικές πρακτικές που μπορούν να επηρεάσουν τους νέους, καθώς και η προσπάθεια εμπλοκής της βιομηχανίας και του εμπορίου ποτών προς την κατεύθυνση αυτή.
  • Καταπολέμηση της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ, με στόχο τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων και των θανάτων, αναπηριών και τραυματισμών από αυτά. Τα μέτρα που προτείνονται είναι:
  1. η θέσπιση χαμηλότερων μέγιστων επιτρεπόμενων συγκεντρώσεων, με στόχο το 0,2% για το γενικό πληθυσμό και το 0% για τους νέους οδηγούς, καθώς και για τους οδηγούς Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και οχημάτων επαγγελματικής χρήσης,
  2. η πραγματοποίηση συχνών αλκοτέστ,
  3. η διοργάνωση εκστρατειών αγωγής και ευαισθητοποίησης.
  • Μείωση των βλαβών που προκαλούνται από το αλκοόλ στους ενηλίκους, με σκοπό:
  1. τη μείωση των χρόνιων σωματικών και διανοητικών διαταραχών που συνδέονται με το αλκοόλ,
  2. τη μείωση του αριθμού θανάτων εξαιτίας του αλκοόλ,
  3. την ενημέρωση των καταναλωτών, ώστε να μπορούν να κάνουν συνειδητά τις επιλογές τους, και
  4. τη μείωση των συσχετιζόμενων με το αλκοόλ βλαβών στο χώρο εργασίας.

Τα προτεινόμενα μέτρα αφορούν στους χώρους εργασίας, στην οργάνωση εκστρατείας για τη μείωση της κατανάλωσης, στην καθιέρωση άδειας πώλησης, στην κατάρτιση των σερβιτόρων, κ.λπ.

  • Ανάληψη δραστηριοτήτων για την αύξηση της ευαισθητοποίησης, αναφορικά με τις συνέπειες της επιβλαβούς και επικίνδυνης κατανάλωσης αλκοόλ για την υγεία, την ικανότητα προς εργασία και την οδήγηση οχημάτων. Μεταξύ των ενεργειών που προτείνονται είναι η εφαρμογή γενικών προγραμμάτων αγωγής υγείας, που ξεκινούν από την παιδική ηλικία και συνεχίζονται μέχρι την εφηβεία, εκστρατείες με τη βοήθεια των μέσων ενημέρωσης, κ.λ.π.
  • Συλλογή αξιόπιστων στοιχείων, με σκοπό την παρακολούθηση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων και την εκπόνηση και την εφαρμογή αποτελεσματικότερων ενεργειών για την καταπολέμηση της επικίνδυνης κατανάλωσης αλκοόλ.

Ευρωπαϊκές Πολιτικές για τον Έλεγχο της Κατανάλωσης Αλκοόλ

Στον ευρωπαϊκό χώρο εφαρμόζεται ήδη από τις διάφορες χώρες μια σειρά μέτρων και πολιτικών, που αποσκοπούν τόσο στον έλεγχο της προσφοράς αλκοολούχων ποτών, όσο και στον περιορισμό της ζήτησης. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν αφενός στη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ και αφετέρου στον περιορισμό των βλαπτικών επιπτώσεων από την κατανάλωση υπό ορισμένες συνθήκες. Τα σημαντικότερα μέτρα και πολιτικές είναι τα ακόλουθα:

Νομοθετικός προσδιορισμός αλκοολούχων ποτών. Ο νομοθετικός καθορισμός της έννοιας των αλκοολούχων ποτών αποτελεί τη βάση για την άσκηση οποιασδήποτε πολιτικής, αφού με τον τρόπο αυτό καθορίζεται επί ποίων προϊόντων ισχύουν τα διάφορα περιοριστικά μέτρα. Ο προσδιορισμός γίνεται με κριτήριο την περιεκτικότητα των διαφόρων ποτών της αλκοόλης.

Περιορισμοί στη διαθεσιμότητα. Οι περιορισμοί στη διαθεσιμότητα θέτουν φραγμούς και κανόνες στην ευκολία πρόσβασης στα αλκοολούχα. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει κάποιου είδους νομοθεσία αναφορικά με την παραγωγή και την πώληση αλκοολούχων.

Σε ότι αφορά στην παραγωγή αλκοολούχων, σχεδόν το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών έχουν κάποιου είδους περιορισμούς, κυρίως με τη μορφή άδειας. Υπάρχουν εντούτοις και ορισμένες χώρες (π.χ. Ελβετία, Νορβηγία, Λουξεμβούργο), οι οποίες έχουν επιβάλει κρατικό μονοπώλιο στην παραγωγή αλκοολούχων υψηλής περιεκτικότητας.

Σε ότι αφορά στην πώληση, συνολικά ένας αριθμός οκτώ ευρωπαϊκών χωρών έχουν επιβάλλει κρατικό μονοπώλιο σε ορισμένα τουλάχιστον αλκοολούχα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται κυρίως οι βόρειες χώρες (Φινλανδία, Σουηδία, Νορβηγία, Ισλανδία). Σε 24 χώρες απαιτείται κάποιου είδους άδεια για την πώληση αλκοολούχων, ενώ σε δέκα χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δεν υπάρχει κανένας περιορισμός (WHO 2004).

Οι περιορισμοί στις πωλήσεις σε καταστήματα σερβιρίσματος μπορεί να αφορούν (α) στον αριθμό ή στην πυκνότητα των σημείων πώλησης, (β) στα μέρη στα μπορούν να γίνονται πωλήσεις, (γ) στις ημέρες και (δ) στις ώρες κατά τις οποίες επιτρέπονται οι πωλήσεις.

Ο τρόπος εφαρμογής των περιοριστικών διατάξεων ποικίλλει σημαντικά από χώρα σε χώρα π.χ. στη Γαλλία και στη Γερμανία, απαγορεύεται η πώληση αλκοολούχων στους σταθμούς καυσίμων από τις 10 μ.μ. μέχρι τις 6 π.μ., ενώ σε ορισμένες χώρες απαγορεύεται η πώληση κατά τα Σαββατοκύριακα. Σημαντικά επίσης ποικίλλει ο βαθμός συμμόρφωσης προς τις υφιστάμενες διατάξεις.

Περιορισμοί στην ηλικία πώλησης. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν υιοθετήσει περιοριστικά μέτρα στο ελάχιστο απαιτούμενο όριο ηλικίας για την πώληση αλκοολούχων, δεδομένου ότι το όριο ηλικίας έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας για την κατανάλωση και τις συνέπειές της.

Έχει πράγματι διαπιστωθεί, ότι η επιβολή ορίου ηλικίας μειώνει την κατανάλωση στις μικρότερες ηλικίες. Τα υφιστάμενα όρια ποικίλουν στην Ευρώπη μεταξύ 15 και 20 έτη, ενώ στις Η.Π.Α. είναι 18 - 21 έτη. Στον πίνακα 12 συνοψίζονται τα όρια ηλικίας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, για διάφορες κατηγορίες πωλήσεων.

Ωστόσο, ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που καταδεικνύει η μελέτη του Ε.Κ.ΤΕ.Π.Ν. (2007) σε σχέση με την κατανάλωση αλκοόλ από τους έφηβους και νέους, είναι το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία -περίπου 70%- των εφήβων καταναλώνει αλκοολούχα ποτά σε χώρους όπου σύμφωνα με το νόμο απαγορεύεται η κατανάλωσή τους από άτομα ηλικίας κάτω των 17 ετών.

Καταδεικνύεται με αυτόν τον τρόπο, ότι δεν αρκεί να υπάρχουν περιορισμοί στην πώληση των αλκοολούχων ποτών στους νέους αλλά πρέπει να βρεθούν και άλλες συμπληρωματικές μέθοδοι, π.χ. να δοθεί βάρος στην πρόληψη κ.ά., ώστε να προστατευθούν οι νέοι από την πρώιμη και υπέρμετρη κατανάλωση τους.

Νομοθεσία για την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Ο στόχος της νομοθεσίας για την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ είναι η μείωση του αριθμού των τροχαίων ατυχημάτων, θανάτων και τραυματισμών που οφείλονται σ’ αυτήν. Το επίκεντρο των νομοθετικών παρεμβάσεων είναι η θέσπιση και τήρηση ενός ορίου μέγιστης επιτρεπτής συγκέντρωσης αλκοόλης στο αίμα, κατά τη διάρκεια της οδήγησης (BAC - Blood Alcohol Concentration). Το όριο καθορίζεται με κριτήριο να μην υπάρχουν επιπτώσεις στην οδήγηση.

Στην Ευρώπη, τα όρια που έχουν θεσπισθεί στις διάφορες χώρες, με λίγες εξαιρέσεις, μπορούν να ομαδοποιηθούν σε 3 κατηγορίες: Σε μια ομάδα το όριο είναι 0,5mg/ lit, σε μια δεύτερη ομάδα 0,2mg/ lit (σκανδιναβικές χώρες, Πολωνία) ενώ μια τρίτη ομάδα χωρών έχει θέσει μηδενικό όριο (Τσεχία, Ουγγαρία, Ρουμανία κ.ά.). Εντούτοις, το πιο κρίσιμο σημείο είναι η επιτήρηση της εφαρμογής του ορίου και η επιβολή κυρώσεων, όταν αυτό παραβιάζεται.

Πολιτική τιμών και φορολογίας. Εκτός από το ζήτημα των δημοσίων εσόδων, η οπτική της Δημόσιας Υγείας στο θέμα των τιμών και της φορολογίας των αλκοολούχων ποτών εστιάζεται στην προσπάθεια επιβολής μέτρων που να μειώνουν την κατανάλωση.

Μια φορολογική πολιτική επί των αλκοολούχων ποτών που να έχει ως συνέπεια την αισθητή αύξηση των τιμών τους, μπορεί να περιορίσει την κατανάλωση και να έχει θετικές επιπτώσεις στη μείωση των βλαπτικών συνεπειών τους. Δεδομένων των διακυμάνσεων στις τιμές και των διαφορών στο εισόδημα και στην αγοραστική δύναμη του χρήματος στις διάφορες χώρες, είναι δύσκολο να υπάρξουν διεθνείς συγκρίσεις τιμών.

Με την επιφύλαξη αυτή, ένας δείκτης που χρησιμοποιείται συχνά, είναι η σχέση τιμών μπίρας/ κόλας, που ως δείκτης εκφράζει την πολιτική τιμών στα ήπια αλκοολούχα ποτά. Ένας άλλος δείκτης είναι η σχετική τιμή των αλκοολούχων σε σχέση με το κατά κεφαλή Α.Ε.Π., ο οποίος δείχνει πόσο φτηνή είναι κατά μέσο όρο η προμήθεια αλκοολούχων για τον πληθυσμό κάθε χώρας.

Περιορισμοί στη διαφήμιση και στη χορηγία. Η διαφήμιση των αλκοολούχων έχει την τάση να παρουσιάσει την κατανάλωση του αλκοόλ ως κοινωνικά επιθυμητή, να προβάλει στάσεις που προάγουν την κατανάλωση και να προσελκύσει νέους καταναλωτές αλκοολούχων. Τα μέτρα για τον περιορισμό της διαφήμισης αποσκοπούν στην αποφυγή των παραπάνω παραγόντων.

Μολονότι από τις διάφορες μελέτες προκύπτει ότι ο περιορισμός της διαφήμισης έχει μικρή επίδραση στην κατανάλωση, εντούτοις, θεωρείται ως ενδεδειγμένο μέτρο Δημόσιας Υγείας, ιδίως σε ότι αφορά στην προστασία των νέων. Μολονότι ολική απαγόρευση της διαφήμισης δεν υπάρχει σε καμία ευρωπαϊκή χώρα, εντούτοις, περιορισμοί της διαφήμισης ως προς το είδος των προϊόντων, τις ώρες, τα μέσα, τον προσανατολισμό στους νέους κ.λπ. υπάρχουν σε πολλές χώρες.

Περιορισμοί στη διαφήμιση στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο ή στα γραπτά μέσα υπάρχουν σε όλες τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, με εξαίρεση την Ελλάδα, όπου το ζήτημα αυτό έχει ρυθμιστεί με αυτοδέσμευση μεταξύ του κλάδου και του κράτους, ενώ δεν υπάρχουν στις περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την Οδηγία 89/552/EEC, έχει καθορίσει μια σειρά κριτηρίων που πρέπει να εκπληρώνει η διαφήμιση αλκοολούχων στην τηλεόραση, χωρίς όμως να συνοδεύεται από τις σχετικές πιέσεις για την εφαρμογή της.

Αντίστοιχη είναι η κατάσταση σε ότι αφορά στους περιορισμούς στη χορηγία εκδηλώσεων από επιχειρήσεις πώλησης αλκοολούχων. Προειδοποιητική σήμανση επικινδυνότητας.

Παρ’ ότι οι απόψεις για την ενδεχόμενη αποτελεσματικότητα της υποχρεωτικής αναγραφής προειδοποιητικής σήμανσης επικινδυνότητας πάνω στα αλκοολούχα ποτά είναι αμφιλεγόμενες και δεν έχουν θεσπιστεί από τα κράτη - μέλη της Ε.Ε., ούτε από σχετική «Οδηγία», οι περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχουν θεσπίσει κάποιου είδους μέτρα για την αναγραφή προειδοποιητικών σημάνσεων, τουλάχιστον κατά τη διαφήμιση των αλκοολούχων ποτών, στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο ή τα έντυπα μέσα.

Περιορισμοί δεν υπάρχουν στην Ελλάδα (με βάση τους κανονισμούς της αυτοδέσμευσης αναφέρεται σε όλες τις ενέργειες επικοινωνίας η φράση «Απολαύστε Υπεύθυνα») και σε μια σειρά χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία, η Δανία, η Νορβηγία, η Σουηδία και η Ελβετία, υπάρχει πλήρης απαγόρευση της διαφήμισης στην εθνική τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, ενώ σε άλλες μερικός περιορισμός.

Χώροι ελεύθεροι χρήσης αλκοόλ. Η απαγόρευση της κατανάλωσης αλκοόλ σε ορισμένους δημόσιους χώρους στοχεύει αφενός στη διαμόρφωση ασφαλούς περιβάλλοντος κατά τον χρόνο ανάπαυσης και αφετέρου στη μείωση των κακώσεων και ατυχημάτων κατά την εργασία. Οι περισσότερες χώρες έχουν θεσπίσει κάποιου είδους απαγορεύσεις για ορισμένους χώρους και κυρίως δημόσια κτίρια, Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και χώρους εργασίας.

Ένας σχετικά μικρός αριθμός χωρών έχει επιβάλει επιπλέον απαγορεύσεις και στην κατανάλωση στα πάρκα και τους δρόμους. Πρόληψη και προαγωγής της υγείας. Τα μέτρα αυτά αποβλέπουν στο να προωθήσουν στον πληθυσμό υγιείς συνήθειες και τρόπους ζωής, που θα οδηγήσουν στον ενεργητικό περιορισμό της κατανάλωσης αλκοόλ για λόγους υγείας. Αντίστοιχα μέτρα είναι:

  • Η ενημέρωση και πληροφόρηση του πληθυσμού.
  • Η ανάπτυξη προγραμμάτων αγωγής υγείας μέσω των Mέσων Mαζικής Eνημέρωσης. Η προώθηση συμπεριφορών που αποσυνδέουν το αλκοόλ από τη διασκέδαση, περιορίζουν την κατανάλωση σε ορισμένες μόνο περιστάσεις κ.λ.π.
  • Η αγωγή υγείας στα σχολεία.
  • Η ανάπτυξη προγραμμάτων και συμβουλευτικών υπηρεσιών για την έγκαιρη ανίχνευση παραγόντων κινδύνου για την επικίνδυνη κατανάλωση αλκοόλ

BeStrong.org.gr - 28.03.14