Γενικές πληροφορίες για το Μελάνωμα
Τι είναι το μελάνωμα
Οι περισσότεροι καρκίνοι του δέρματος (βασικοκυτταρικοί, ακανθοκυτταρικοί) δε θεωρούνται γενικά πολύ επικίνδυνοι διότι θεραπεύονται εύκολα χειρουργικά ή με διάφορα φάρμακα που εφαρμόζονται τοπικά στο δέρμα. Εξαίρεση αποτελεί ο κακοήθης σπίλος (σπίλος=«ελιά») που ονομάζεται μελάνωμα (δηλαδή μελανός όγκος).
Το μελάνωμα προέρχεται από τα μελανινοκύτταρα του δέρματος. Τα μελανινοκύτταρα βρίσκονται στο κατώτερο στρώμα της επιδερμίδας και παράγουν μελανίνη, τη χρωστική που προσδίδει το φυσικό χρώμα του δέρματος. Η έκθεση στον ήλιο οδηγεί σε αύξηση της παραγόμενης μελανίνης με αποτέλεσμα το μαύρισμα του δέρματος.
Το μελάνωμα αποτελεί όχι μόνο τον πλέον κακοήθη δερματικό όγκο αλλά και έναν από τους πλέον κακοήθεις καρκίνους γενικώς. Μπορεί να διασπαρεί σχεδόν σε κάθε όργανο ή ιστό του σώματος και να οδηγήσει στο θάνατο μέσα σε ένα χρόνο μετά την υποτροπή του σε απομακρυσμένα σημεία. Το μελάνωμα μεθίστανται συχνότερα στον εγκέφαλο και στο νωτιαίο σωλήνα.
Πρόκειται για σχετικά συχνό καρκίνο, η επίπτωση του οποίου αυξάνει συνεχώς κάθε χρόνο. Όταν πρωτοεμφανιστεί το μελάνωμα ως κακοήθης σπίλος στο δέρμα ή στον οφθαλμό - και μερικές φορές στα ούλα, στον κόλπο ή στον πρωκτό- υπάρχουν αρκετές πιθανότητας να είναι ιάσιμο με περιορισμένης έκτασης χειρουργική επέμβαση.
Έχει λοιπόν τεράστια σημασία η αναγνώριση των πρώιμων σημείων του μελανώματος τα οποία πρέπει αμέσως να αποσπούν την ιατρική προσοχή. Την αντιμετώπισή τους την αναλαμβάνει κάποιος ειδικός δερματολόγος, χειρουργός ή ογκολόγος. Εάν το μελάνωμα διεισδύσει βαθιά στο δέρμα και φτάσει στα λεμφαγγεία και τα αιμοφόρα αγγεία που βρίσκονται στη δεύτερη στιβάδα του δέρματος (χόριο), συνήθως είναι αδύνατο να ιαθεί, αν και με τη χειρουργική μπορεί να επιτευχθεί μεγάλο διάστημα ελεύθερο νόσου.
Ιστολογικοί τύποι
Μόνο ένας τύπος κακοήθους (καρκινικού) κυττάρου υπάρχει, από το οποίο απαρτίζονται όλα τα μελανώματα, το κακόηθες κύτταρο που παράγει χρωστική και ονομάζεται μελανοκύτταρο. Υπάρχουν όμως λίγες ποικιλίες κυττάρων που διακρίνονται από το σχήμα τους, όπως τα κυβοειδή ή ατρακτοειδή. Σε ό,τι αφορά τα μελανώματα του δέρματος, η συμπεριφορά τους είναι γενικά παρόμοια, ενώ στο μελάνωμα του οφθαλμού το σχήμα προσδιορίζει τη συμπεριφορά του σε σημαντικό βαθμό.
Όλα τα μελανοκύτταρα περιέχουν κοκκία χρωστικής ακόμα και όταν δεν είναι μαύρα ή καφέ σκούρα. Σε όλες τις περιπτώσεις έχουν τα απαραίτητα ένζυμα για την παραγωγή της ειδικής χρωστικής, της μελανίνης. Όταν τα μελανώματα διασπείρονται, συχνά δεν παράγουν χρωστική και θεωρούνται αμελανωτικά. Πάντως, φαίνεται ότι ο βαθμός κακοήθειας τόσο των μελανωτικών όσο και των αμελανωτικών μελανωμάτων είναι ο ίδιος.
Τα μελανώματα ανευρίσκονται συχνότερα στο δέρμα αλλά το 10% εξ αυτών αναπτύσσονται στο μάτι. Με βάση ιστολογικά κριτήρια και τον τρόπο που αναπτύσσονται, διακρίνονται οι εξής μορφές κακοήθους μελανώματος στο δέρμα:
- Ενδοεπιδερμιδικό κακόηθες μελάνωμα: Αποτελεί πρώιμη μορφή μελανώματος που εντοπίζεται στην επιδερμίδα οποιουδήποτε σημείου του σώματος. Συνήθως είναι μια μελαγχρωματική κηλίδα (επίπεδη περιγεγραμμένη μεταβολή της χροιάς του δέρματος με μέγεθος μέχρι 1 cm) που μπορεί να εξελιχθεί σε οζώδες ή επιφανειακά επεκτεινόμενο μελάνωμα.
- Κακόηθες μελάνωμα τύπου κακοήθους φακής: Παρατηρείται κυρίως σε άτομα μεγάλης ηλικίας, σε σημεία χρόνιας έκθεσης στον ήλιο (πρόσωπο, λαιμός). Εμφανίζεται στο έδαφος κακοήθους φακής, της οποίας ένα τμήμα παχύνεται και γίνεται οζώδες. Σ' αυτή την περίπτωση υπάρχει διείσδυση της βασικής μεμβράνης. Εντός της βλάβης παρατηρείται πολυχρωμία.
- Επιφανειακά επεκτεινόμενο κακόηθες μελάνωμα: Αρχικά χαρακτηρίζεται από επιφανειακή επέκταση και αργότερα από κάθετη με σχηματισμό όζων. Αρχίζει σαν μια έντονα μελαγχρωματική κηλίδα η οποία επεκτείνεται επιφανειακά και αποκτά αποχρώσεις του καφέ και μαύρου με εστίες ερυθρού, γκρι και άσπρου. Όταν αρχίζει να επεκτείνεται σε βάθος, σχηματίζονται οζίδια.
- Οζώδες κακόηθες μελάνωμα: Χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό μελανής βλατίδας (μικρό στερεό έπαρμα του δέρματος με διάμετρο από κεφαλή καρφίτσας μέχρι 1 cm) που μετατρέπεται σε οζίδιο που μπορεί να εξελκωθεί.
- Κακόηθες μελάνωμα των άκρων: Εντοπίζεται στα πέλματα, παλάμες και κάτω από το νύχι. Καθώς παχύνεται, το νύχι δεν αναπτύσσεται κανονικά. Έχει κλινικά χαρακτηριστικά όμοια με αυτά της κακοήθους φακής και του επιφανειακά επεκτεινόμενου κακοήθους μελανώματος.
- Δεσμοπλαστικό μελάνωμα: Παρατηρείται σπάνια σε ηλικιωμένα άτομα σε σημεία χρόνια εκτεθειμένα στον ήλιο. Χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό οζιδίου ή πλάκας. Πρόκειται για χοριακό όγκο (στο χόριο του δέρματος) που αποτελείται από ατρακτοειδή κύτταρα χωρίς μελανίνη. Συχνα επεκτείνεται στο υποδόριο λίπος και διηθεί τα νεύρα της γύρω περιοχής.
- Αμελανωτικό κακόηθες μελάνωμα: Αυτό το είδος κακοήθους μελανώματος χαρακτηρίζεται από οζώδη μορφή και από την έλλειψη μελάγχρωσης.
Τα μελανώματα ενδέχεται να αναπτυχθούν και σε ασυνήθιστες περιοχές, όπως κάτω από το νύχι του χεριού ή του ποδιού, στο βλεννογόνο που καλύπτει την στοματική κοιλότητα, στον κόλπο ή τον πρωκτό. Πρωτοπαθή μελανώματα έχουν βρεθεί και στον μελαχρωματικό ιστό που επενδύει τον εγκέφαλο (μήνιγγες). Είναι σημαντικό να μη συγχέονται τα μελανώματα κάτω από τα νύχια με τις μυκητιάσεις, αν και το σφάλμα αυτό γίνεται μερικές φορές στην αρχή της νόσου.
Επέκταση
Υπάρχουν δύο φάσεις ανάπτυξης των μελανωμάτων: η ακτινοειδής (προς την εξωτερική επιφάνεια του δέρματος) και η κάθετη (σε βάθος διείσδυση). Μερικές φορές τα μελανώματα που επεκτείνονται επιφανειακά παραμένουν σ' αυτή την ακτινοειδή φάση ανάπτυξης περισσότερο από ένα χρόνο. Τα οζώδη μελανώματα αναπτύσσονται σε βάθος (κάθετα) αμέσως μετά την εμφάνισή τους. Συνεπώς η ανακάλυψή τους σε βιολογικά αρχική φάση είναι πιθανότερη στα επιφανειακής επέκτασης μελανώματα, αν και κάποια στιγμή αρχίζουν να αναπτύσσονται κάθετα. Όταν συμβεί αυτό είναι εξίσου επικίνδυνοι όγκοι όπως και το οζώδη μελανώματα. Τα μελανώματα διασπείρονται επίσης και μέσω του λεμφικού συστήματος ή αιματογενώς σε οποιοδήποτε όργανο του σώματος. Οι συχνότερες εντοπίσεις είναι οι πνεύμονες, το ήπαρ, ο εγκέφαλος, τα οστά και το δέρμα με τη μορφή μελαγχρωματικών ογκιδίων και υποδορίων οζιδίων.
Αιτιολογία
Η διακεκομμένη έκθεση σε έντονη ηλιακή ακτινοβολία που προκαλεί μάλλον εγκαύματα παρά μαύρισμα σχετίζεται συχνότερα με μελάνωμα ενώ η χρόνια έκθεση στον ήλιο σχετίζεται με καλοηθέστερους καρκίνους του δέρματος. Επίσης η κληρονομικότητα είναι αιτιολογικός και εκλυτικός παράγοντας, όπως συμβαίνει στο σύνδρομο δυσπλαστικού σπίλου, σε άτομα με τύπο δέρματος Ι και ΙΙ που παρουσιάζουν αυξημένη δυνατότητα ανάπτυξης ηλιακού εγκαύματος. Επιπλέον, το κακόηθες μελάνωμα μπορεί να προέρχεται από εξαλλαγή κακοήθους φακής, συγγενών σπίλων, μελανοκυτταρικών σπίλων. Προδιαθεσικούς παράγοντες μπορεί να αποτελέσουν ο χρόνιος ερεθισμός σπίλων και η ανοσοκαταστολή.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποστηρίζουν ότι η νόσος σχετίζεται με τη δράση ορμονών, ωστόσο μεμονωμένοι ασθενείς παρουσίασαν εντυπωσιακό ιστορικό υποτροπών και ταχεία εξέλιξη της νόσου που σχετιζόταν με την εγκυμοσύνη. Η λήψη αντισυλληπτικών δισκίων, τα περισσότερα από τα οποία περιέχουν προγεστερινοειδείς παράγοντες, έχει επίσης συσχετιστεί με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μελανωμάτων επιφανειακής ανάπτυξης.
Επιδημιολογία - Παράγοντες κινδύνου
Υψηλότερη επίπτωση της νόσου παρατηρείται στους λευκούς που ζουν σε τροπικά ή υποτροπικά κλίματα. Προφανώς η έκθεση στις υπεριώδεις ακτίνες και ιδίως σε όσες προκαλούν εγκαύματα ενοχοποιείται ισχυρά ως πιθανή αιτία. Η νόσος έχει πολύ μικρότερη επίπτωση στους μαύρους, τους πολύ μελαχρινούς και τους Ασιάτες των ίδιων περιοχών.
Το μελάνωμα είναι συχνότερο στις ηλικίες ανάμεσα στα 20 και στα 60 έτη και σπάνια εμφανίζεται πριν από την εφηβεία. Εντούτοις ο αριθμός των νέων με πρωτοπαθή μελανώματα αυξάνεται. Το οζώδες κακόηθες μελάνωμα παρατηρείται μεταξύ 20-40 ετών και το επιφανειακά επεκτεινόμενο, που είναι και το συχνότερο, μεταξύ 40-60 ετών. Πολλοί από τους ασθενείς αναφέρουν ιστορικό εγκαυμάτων λόγω έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία κατά την παιδική ηλικία.
- Από τους λευκούς, υψηλότερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν τα άτομα με κόκκινα μαλλιά και ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και ακολουθούν τα ξανθά άτομα με γαλανά μάτια και η ύπαρξη εφηλίδων (φακίδων). Συχνές εντοπίσεις: κεφαλή, λαιμός, κορμός (άνδρες), βραχίονας, κνήμη (γυναίκες). Πρωτοπαθή μελανώματα μπορεί να παρουσιαστούν ακόμα και σε «μελαχρινά» άτομα (σκουρόχρωμης επιδερμίδας) στα πέλματα και στις παλάμες, κάτω από το δέρμα και στους βλεννογόνους του σώματος, του ορθού και του πρωκτού.
- Οι λευκοί με πολλούς μελαγχρωματικούς σπίλους διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
- 'Aτομα με ατομικό και οικογενειακό ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων, συνδρόμου οικογενών δυσπλαστικών σπίλων ή μελανώματος παρουσιάζουν αυξημένη τάση να αναπτύξουν μελάνωμα.
Το 30% περίπου των μελανωμάτων αναπτύσσεται σε προϋπάρχοντες σπίλους ενώ το υπόλοιπο 70% εξαρχής στο δέρμα (de novo). Δεν υπάρχει αποτελεσματική μέθοδος πληθυσμιακού ελέγχου. Επειδή όμως το μελάνωμα αναπτύσσεται στο δέρμα ή στον οφθαλμό, γίνεται εύκολα αντιληπτό από οποιονδήποτε το αναζητήσει.